Τρίτη 26 Ιουνίου 2018

Άγνωστοι θησαυροί της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αιγίου

Άγνωστοι θησαυροί της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αιγίου
«Μία συλλογή ποιημάτων του Καβάφη του 1929 
με ιδιόχειρη αφιέρωση»


Νομίζω πως μέχρι τώρα δεν έχουν προσεχθεί όσο θα έπρεπε πολλά από τα βιβλία που πλημμυρίζουν τα ράφια της Δημοτικής Βιβλιοθήκης Αιγίου. Πολλοί περνούν αδιάφορα έξω από το χαριτωμένο νεοκλασσικό της οδού Βασιλέως Κωνσταντίνου, χωρίς να νοιώσουν ποτέ την ανάγκη ή έστω την περιέργεια να μπουν εκεί μέσα για να δουν τι υπάρχει στα ράφια. Τα μαθητικά μας χρόνια, με την τόσο κακότροπη και άγονη διδασκαλία δημιούργησαν σε αρκετούς μία τραυματική εμπειρία με το καλό βιβλίο. Αλλά για να είμαστε ειλικρινείς ούτε και οι εκάστοτε δημοτικές αρχές νοιάστηκαν να αναδείξουν με έναν πιο ενδεδειγμένο και σύγχρονο τρόπο την πνευματική κληρονομιά που φυλάσσεται εκεί μέσα.
Ας όμως έλθουμε στο θέμα μας. Ερευνώντας τα βιβλία που φυλάσσονται στο κτήριο της βιβλιοθήκης - που θα ήταν ευχής έργον αν ολοκληρωθεί κάποτε η ηλεκτρονική καταλογογράφηση και μπει μία τάξη - έτυχε ενίοτε να σκοντάψω πάνω σε σπάνιες εκδόσεις, τις περισσότερες φορές δωρεές παλαιών επιφανών Αιγιωτών.
Τις προάλλες, εντελώς τυχαία, ενώ με τη βοήθεια μιας καλής και ευγενικής υπαλλήλου της βιβλιοθήκης αναζητούσα κάτι άλλο, άσχετο έπεσα πάνω σε ένα χαρτόδετο παλαιικό βιβλιαράκι που είχε γραμμένο με πράσινα γράμματα τον τίτλο: Κ. Π. ΚΑΒΑΦΗ ΠΟΙΗΜΑΤΑ (1916-1918)



Το χάρτινο εξώφυλλο του βιβλίου.

     Επρόκειτο για μία από τις σπάνιες εκείνες εκδόσεις μέρους των ποιημάτων του, που τύπωνε ο Αλεξανδρινός ποιητής όταν ήταν ακόμα εν ζωή και που μοίραζε σε φίλους και θαυμαστές. Μα η μεγαλύτερη έκπληξη ήταν όταν γύρισα το εξώφυλλο. Στο πάνω μέρος της πρώτης σελίδας υπήρχε ιδιόχειρη αφιέρωση, με μαύρο μελάνι, του ίδιου του Καβάφη στον Αχαιό πολιτικό Ανδρέα Μιχαλακόπουλο:
«Εἰς τὸν ἐπιφανῆ πολιτικὸν Κύριον Α. Μιχαλακόπουλον. Κ. Π. Καβάφης.


ΕΠΑΝΩ: Η πρώτη σελίδα
ΚΑΤΩ: Λεπτομέρεια της πρώτης σελίδας με την ιδιόχειρη αφιέρωση και την υπογραφή του Καβάφη

Είναι από τις στιγμές που νοιώθεις ένα περίεργο ανατρίχιασμα στη σκέψη ότι αυτό το βιβλιαράκι, που πέρασε από τα χέρια του Καβάφη, βρίσκεται τώρα εδώ μπροστά μου, στα δικά μου χέρια να το ανοίγω και να το ξεφυλλίζω, ύστερα από 89 χρόνια. Στο κάτω μέρος των εσωτερικών σελίδων λέει ότι τυπώθηκε το 1929 στην Αλεξάνδρεια της Αιγύπτου από τα τυπογραφικά καταστήματα ΚΑΣΙΜΑΤΗ & ΙΩΝΑ.

Το πρώτο ποίημα του βιβλιου «ΑΠ' ΤΕΣ ΕΝΝΙΑ»
Στο κάτω μέρος της σελίδας αναγράφεται το όνομα του τυπογραφείου

Είναι περιττό να αραδιάσουμε πληροφορίες για τη ζωή και το έργο του Καβάφη (1863-1933), για την αξία και την αναγνώρισή του σήμερα, πληροφορίες που οι ενδιαφερόμενοι μπορούν και αλλού να μελετήσουν. Εκείνο όμως το οποίο πρέπει να διευκρινίσουμε είναι ότι ο Καβάφης είχε μιαν ιδιοτυπία ως προς τον τρόπο που κυκλοφορούσε τα ποιήματά του. Τα τύπωνε σε φυλλάδια (μονόφυλλα) και τα μοίραζε σε φίλους και θαυμαστές του. Μία τέτοια συλλογή μονοφύλλων είναι και αυτή που βρίσκεται στη βιβλιοθήκη του Αιγίου, η οποία φυσικά - όπως και οι άλλες - κυκλοφόρησαν εκτός εμπορίου. Η πρώτη συγκεντρωτική έκδοση των 154 αναγνωρισμένων ποιημάτων του έγινε στην Αλεξάνδρεια στα 1935, μετά θάνατον.
Στην εν λόγω «συλλογή» της βιβλιοθήκης Αιγίου εμπεριέχονται τα ποιήματα: «Ἀπ᾿ τὲς ἐννιά», «Νόησις», «Ἐνώπιον τοῦ ἀγάλματος τοῦ Ἐνδυμίωνος», «Πρέσβεις ἀπ᾿ τὴν Ἀλεξάνδρεια», «Ἀριστόβουλος», «Καισαρίων», «Ἡ διορία τοῦ Νέρωνος», «Εἰς τὸ επίνειον», «Ἕνας θεός των», «Λάνη τάφος», «Ἐν πόλει τῆς Ὀσροηνῆς», «Ἰγνατίου τάφος», «Ἐν τῷ μηνὶ Ἀθύρ», «Γιὰ τὸν Ἀμμόνη, ποὺ πέθανε 29 ἐτῶν, στὰ 610», «Αἰμιλιανὸς Μονάη», «Ἀλεξανδρεύς, 628-655 Μ.Χ.», «Ὅταν διεγείρονται», «Ἡδονῇ», «Ἔτσι πολὺ ἀτένισα», «Ἐν τῇ ὀδῷ», «Ἡ προθήκη τοῦ καπνοπωλείου», «Πέρασμα», «Ἐν ἑσπέρᾳ». «Γκρίζα», «Κάτω ἀπ᾿ τὸ σπίτι», «Τὸ διπλανὸ τραπέζι», «Θυμήσου, σῶμα», «Μέρες τοῦ 1903». 
Πρόκειται για ποιήματα που ανήκουν και στις τρεις ειδολογικές ομάδες: φιλοσοφικά ή της σκέψεως, ιστορικά, αισθησιακά ή ηδονικά. Μέσα στο βιβλίο υπάρχει επίσης (διπλωμένη στα δύο) μία λιτή σελίδα με τους τίτλους των ανωτέρω ποιημάτων κατά χρονολογική σειρά (ΤΟΥ 1916, ΤΟΥ 1917, ΤΟΥ 1918).

Η μονή, άδετη σελίδα με τους τίτλους των ποιημάτων που εμπεριέχονται στο βιβλίο, κατά χρονολογική σειρά

Α. ΜΙΧΑΛΑΚΟΠΟΥΛΟΣ
Ο Ανδρέας Μιχαλακόπουλος, προς τον οποίον η αφιέρωση, (Πάτρα 1875- Αθήνα 1938), με καταγωγή εκ πατρός το Διακοπτό, διετέλεσε βουλευτής υπουργός και πρωθυπουργός (1924-1925). Ήταν συνεργάτης του Ελευθερίου Βενιζέλου και διακρινόταν για τις προοδευτικές του ιδέες, καθώς και για την αγάπη του προς τα γράμματα. 
Ο βιογράφος του, Δ. Γατόπουλος, επισημαίνει: «Παρηκολούθη μὲ ζωηρὸν ἐνδιαφέρον τὰ γράμματα, τὴν φιλολογικὴν κίνησιν τοῦ τόπου καὶ ἰδιαιτέρως τοὺς ποιητάς, τῶν ὁποίων τοὺς περισσοτέρους ἐκλεκτοὺς στίχους συνεκράτει στὴν ἀπέραντον μνήμην του καὶ τοὺς ἀπήγγελλεν ἀνέτως μὲ πραγματικὸν αἴσθημα, ὅταν εὑρίσκετο εἰς περιβάλλον ποὺ τὸν ἐνέπνεεν ἡ ἀληθινὴ ποίησις. Σολωμὸς, Βαλαωρίτης, Παλαμᾶς, Γρυπάρης, Πολέμης, Πορφύρας, Στρατήγης, Μαβίλης, καὶ ἄλλοι νεώτεροι Ἕλληνες καὶ ξένοι ποιηταί, ἀπασχολοῦσαν, ἀρκετά, τὸν πολιτικὸν ἄνδρα, ὁ ὁποῖος ἀπὸ πάσης πλευρᾶς ἦτο ἕνας ἀπὸ τοὺς φλογερωτέρους καὶ πιστοτέρους φίλους τοῦ βιβλίου» (βλ. Δ. Γατόπουλος: «Ανδρέας Μιχαλακόπουλος», Εταιρεία Μελέτης Ελληνικής Ιστορίας, Αθήνα 2000, σελ. 33).
Το αν ο Μιχαλακόπουλος ήταν θαυμαστής της ποίησης του Καβάφη, μου είναι άγνωστο. Πάντως αξίζει να σημειώσουμε ότι είχε νυμφευθεί θεία του Γιώργου Κατσίμπαλη, διακεκριμένου παλαμιστή. Την εποχή εκείνη ο Παλαμάς ήταν το αντίπαλον δέος του Καβάφη και τανάπαλιν. Τους δύο ποιητές χώριζε ένα άσπονδο μίσος. Είναι άλλωστε τόσο διαφορετικοί. Πάντως η εκτίμηση του Μιχαλακόπουλου προς τον Παλαμά και του Παλαμά προς τον Μιχαλακόπουλο ήταν αμοιβαία (βλ. Γατόπουλου ό.π. σελ. 215, 240, 293 κ.ε.,). Τη μεγάλη του βιβλιοθήκη ο Μιχαλόπουλος τη δώρησε στο δήμο της ιδιαίτερης πατρίδας του, της Πάτρας. Το πώς όμως ο «Καβάφης» βρίσκεται στο Αίγιο είναι επίσης αβέβαιο.
Κλείνοντας αξίζει να σημειώσουμε πως παρόμοια «μονόφυλλα» του Καβάφη πωλούνται σήμερα από οίκους δημοπρασιών σε ιδιαίτερα υψηλές τιμές, οπότε καλό θα ήταν αυτό και άλλα βιβλία της βιβλιοθήκης παλιά και σπάνια να μπουν σε ειδικά ράφια και φυσικά να απαγορευτεί ο δανεισμός τους.


Μ.Χ.





ΤΟ ΣΤΟΙΧΕΙΩΜΕΝΟ ΓΕΦΥΡΙ μελόδραμα τῶν Θ. Σακελλαρίδη & Γ. Τσοκόπουλου (1912)


Στὸ φετινὸ Φεστιβλ Ἀθηνῶν ἀναβίωσε τ μελόδραμα τοῦ Θεόφραστου Σακελλαρίδη (1883-1950) «Περουζέ», 68 χρόνια ὕστερα ἀπὸ τὴν τελευταία παράστασή του στὴν Ε.Λ.Σ. καὶ 107 ἀπὸ τὴν πρεμιέρα.
Ὁ Σακελλαρίδης ἦταν ἕνας ἀπὸ τοὺς πιὸ ταλαντούχους καὶ διάσημους Ἕλληνες συνθέτες τοῦ πρώτου μισοῦ τοῦ εἰκοστοῦ αἰῶνα. Οἱ ἐπιτυχίες του στὸ μουσικὸ θέατρο, γιὰ σχεδὸν 50 χρόνια, ἦταν κάτι τὸ ἀνεπανάληπτο. Μολονότι ταυτίστηκε μ τν ὀπερέτα, ξεκίνησε τν καριέρα του ς συνθέτης μελοδραμάτων. Συνέθεσε τέσσερες περες*, ὥσπου τελικὰ φοσιώθηκε στν περέτα. Στν πόλεμο το 1940 (ὅπως καὶ τὸ 1912-1913) ἀναγκάστηκε  νὰ στραφεῖ στὴν πιθεώρηση. Μ τ μουσική του «ἐπένδυσε» τος Βαλκανικος Πολέμους, τ Μικρασιατικ κστρατεία, κα λίγο πρν τὸν θάνατό του, τ πος το 1940
Θεόφραστος Σακελλαρίδης

     Στ
ς 5 Σεπτεμβρίου το 1912, να χρόνο μετὰ ἀπὸ τ μεγάλη πιτυχία τῆς Περουζέ, ἡ ὁποία δη γιόρταζε τς 50 παραστάσεις που εἶχαν δόθεῖ στὴν Ἀθήνα καὶ τὶς ἑλληνικὲς παροικίες τοῦ ἐξωτερικοῦ, παίχθηκε τ τρίπρακτο μελόδραμα «Στοιχειωμένο Γεφύρι» ( λλις Κόρη τς Νεράϊδας), σ κείμενο (πως κα Περουζ) το δημοσιογράφου κα λογοτέχνη Γεωργίου Τσοκόπουλου (1871-1923).


Γεώργιος Τσοκόπουλος
Δημοσιογράφος, θεατρικὸς συγγραφέας, συγγραφέας ἱστορικῶν μελετῶν, πεζογράφος καὶ ποιητής, ἰδιαιτέρως γνωστὸς στὴν ἐποχή του, ὑπῆρξε ἀπὸ τοὺς ἱδρυτὲς τῆς Ἑταιρείας Ἑλλήνων Θεατρικῶν Συγγραφέων.


Μουσικὸ ἀπόσπασμα ἀπὸ τὴν "Περουζέ"


Ἡ "Νεράϊδα τοῦ γιαλοῦ" ἀπὸ τὸ ἴδιο ἔργο

Τ Στοιχειωμένο Γεφύρι παρουσιάστηκε π τ λληνικὸν Μελόδραμα (πρόδρομο τῆς Ε.Λ.Σ.) στ θέατρο Πανελλήνιον μ πρωταγωνιστς τν ψίφωνο ρτεμι Κυπαρίσση (Ρήνα), τν τενόρο Νκο Μωραΐτη (Πέτρο), τ μεσόφωνο λγα Παπαδιαμαντοπούλου (Φλώρα), τν βαθύφωνο Θεόδωρο Μιχαλόπουλο (Λάμπρο), τν βαρύτονο ρη Σακελλαρίδη (Γερο-Χρόνη) καὶ μὲ αρχιμουσικ τν λέξανδρο Κυπαρίσση.
πό τ ργο χουν κδοθε γι φων κα πιάνο ρισμένα μόνο μέρη.

Ἐξώφυλλο παρτιτούρας μὲ ἀποσπάσματα ἀπὸ τὸ ἔργο (ΕΘΝΙΚΗ ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ) 

   Στὴν Ἐφημερίδα τ
ο Κορομηλᾶ (φύλλο 1ης Σεπτεμβρίου 1912) δημοσιεύτηκε ἡ περίληψη τς υπόθεσηςἜτσι μπορομε ν σχηματίσουμε μιν δέα γι τν πλοκή. Τν μεταφέρουμε ς χει:

Εἰς ἕνα χωριὸ ἀπὸ τὰ Μεσόγεια τῆς Ἀττικῆς ὁ Γέρω – Χρόνης ἐζοῦσε μὲ τὰ δύο του κορίτσια, τὴ Φλώρα καὶ τὴ Ρήνα. Ἡ Ρήνα ὅμως εἶχε τὴν ἀγάπη τοῦ πατέρα της γιατὶ ἡ Φλώρα δὲν ἦτανε γνήσια κόρη. Ἡ Φλώρα βρέθηκε μωρὸ μίαν ἄγρια νύκτα τοῦ Γενάρη ἔξω ἀπὸ τὴν πόρτα τοῦ σπιτιοῦ τοῦ Γέρω – Χρόνη, καὶ κεῖνος τὴν περιμάζεψε. Μὰ τοὔφερε γρουσουζιά. Ἐπέθανε ἡ γυναῖκα του, ἐκάηκαν τ᾿ ἀμπέλια του καὶ ἡ δυστυχία τὸν ἀποποπῆρε. Γι᾿ αὐτὸ καὶ ὁ Χρόνης δὲν τὴν ἀγαποῦσε καὶ ὅλο τὴν ἔστελνε στὰ βουνὰ γιὰ τὰ πρόβατα. Τὴν ἐνόμιζε νεραϊδογέννητη. Μὰ κ᾿ ἐκείνη δὲν ἀγαποῦσε τὸ σπίτι. Καὶ πάντα στὰ βουνὰ ἐγύριζε καὶ κάθε μεσάνυχτα ἐπήγαινε στὸ Στοιχειωμένο Γεφύρι καὶ μιλοῦσε μὲ τὴν μάννα της τὴ Νεράϊδα καὶ τῆς ἔλεγε τὸν πόνο της.
Τέσσαρες κυνηγο Ἀθηναῖοι φθάνουν στὸ χωριὸ γιὰ κυνήγι καὶ ρωτοῦν τὸ δρόμο. Παρουσιάζεται ἡ Ρήνα καὶ ἔπειτα οἱ χωριάτες καὶ τοὺς δείχνουν τὸ δρόμο. Στὴ Ρήνα ὅμως ὁ Πέτρος ὁ κυνηγὸς ἄναψε καϋμό. Μὰ κ᾿ ἐκεῖνος δὲν ἔμεινεν ἀδιάφορος. Μιὰ βραδιὰ συναντήθηκαν ἔξω καὶ κεῖνος τῆς εἶπε νὰ τὴν ζητήσῃ ἀπ᾿ τὸν πατέρα της. Ἡ Φλώρα τοὺς εἶδε ἀπὸ μακρυὰ καὶ τὸ μῖσος γιὰ τὴν ἀδελφή της ἄναψε. Τοὺς παίρνει ἀπὸ πίσω. Ἡ νύχτα προχωρεῖ. Ὁ Πέτρος καὶ ἡ Ρήνα δὲν ξέρουν τὸ δρόμο νὰ γυρίσουν στὸ χωριό. Ἡ Ρήνα φοβᾶται τὴν ἐρημιά. Καὶ τρέχουν ἀπὸ βράχο σὲ βράχο καὶ ἡ Φλώρα τοὺς παρακολουθεῖ πάντα καὶ ζητᾷ ἐκδίκησι καὶ βοήθεια ἀπὸ τὴ Νεράϊδα μάννα της. Φθάνουν χωρὶς νὰ τὸ ξέρουν στὸ Στοιχειωμένο Γεφύρι.
Τὰ στοιχειὰ ὀργιάζουν, οἱ Νεράϊδες τραγουδοῦν τὰ ἐξωτικὰ τραγούδια τους, ὁ ἄνεμος σφυρίζει.
Ὁ πατέρας μὲ τοὺς χωριάτες φεύγοντας ἀπὸ τὸν ἑσπερινὸ τῆς Παναγίας (8 Σεπτεμβρίου) εἶδαν πὼς ἔλειπε ἡ Ρήνα καὶ πῆραν τὰ μονοπάτια νὰ τὴν εὕρουν. Τέλος φθάνουν στὸ γεφύρι καὶ τὴν βλέπουν ἀγκαλιασμένη μὲ τὸν Πέτρο. Ὁ Πέτρος τίμιος τὴ ζητᾷ ἀμέσως καὶ ὁ γέρος δίνει τὴν εὐχή του. Τότε ὁ Λάμπρος ἕνα καλὸ παλληκάρι ποὺ εἶχε κρυφὸ καϋμὸ μὲ τὴ Φλώρα βρῆκε τὴν εὐκαιρία νὰ τὴν ζητήσῃ ἀπ᾿ τὸν πατέρα της. Μὰ ὁ Γερο-Χρόνης δὲν τὴν δίνει τὴ Φλώρα, ἐπειδὴ κάποτε ὁ Λάμπρος τὸν εἶχε κατηγορήσει ὅτι δὲν τὴν ἀγαπᾷ. Τότε ὁ Λάμπρος τῆς παίρνει τὸ μαντήλι. Ὁρμοῦν ὅλοι πάνω του καὶ κεῖνος βγάζει τὸ πιστόλι. Ὁ γέρος λιποθυμεῖ. Μόλις συνῆλθε ἀρχίζει τὶς κατάρες καὶ παίρνει ὅλους καὶ γυρίζουν στὸ χωριό. Τότε ἡ Φλώρα ἀφοῦ ἔμεινε μόνη μὲ τὸ Λάμπρο ἀποφασίζει νὰ τοῦ πῇ τὸ μυστικὸ πὼς εἶνε Νεράϊδας γέννα. Οἱ Νεράϊδες ἀρχίζουν πάλι τὰ τραγούδια τους. Ὁ Λάμπρος πνίγεται ἀπ᾿ τὸ μῖσος καὶ τὴν ὀργή. Θέλει νὰ τὴν διώξῃ. Ἐκείνη γονατιστὴ τοῦ λέει πὼς τὸν ἀγαπᾷ τρελλὰ μὰ κεῖνος δὲν θέλει πιὰ νὰ τὴν ἰδῇ. Τὴν λέγει στοιχειό, δαιμόνιο. Ἐκείνη τὴ στιγμὴ ἀνεβαίνει ἀπ᾿ τὸ Γεφῦρι σιγά –σιγά ἡ Νεράϊδα μάνα της. Ἡ Φλώρα τρέχει νὰ τῆς ζητήσῃ βοήθεια. Ὁ Λάμπρος τρέχει νὰ μαχαιρώσῃ τὴ Νεράϊδα, μὰ ἐκείνη, πρὶν αὐτὸς τὴν ἐγγίσῃ τὸν παίρνει μαζύ της στὸ ποτάμι καὶ χάνεται μαζὺ μὲ τὰ τραγούδια τῶν στοιχειῶν.

     Ὁ Τσοκόπουλος ἀξιοποιεῖ στοιχεῖα ἀπὸ τὴ λαογραφία καὶ συγκεκριμένα τὶς λαϊκὲς δοξασίες γιὰ νεράϊδες, νεραϊδογέννητα παιδιά, στοιχειωμένα μέρη καὶ τοποθετεῖ τὴν παραμυθένια ὑπόθεση ποὺ πλάθει στὰ Μεσόγεια τῆς Ἀττικῆς. Σακελλαρίδης - Τσοκόπουλος ἐγκαινιάζουν κάτι ποὺ θὰ τελειοποιήσει ὁ Καλομοίρης, ὁ ὁποῖος - τρία χρόνια μετά - θὰ παρουσιάσει τὸν «Πρωτομάστορα», ποὺ βασίζεται στὸν θρύλο τοῦ γεφυριοῦ τῆς Ἄρτας, ἐνῷ τὸ 1917 το «Δαχτυλίδι τῆς Μάνας» μὲ πολλὰ λαογραφικὰ στοιχεῖα καὶ αὐτό**.

   Ἐπιπλέον ἀπὸ κριτικὴ τῆς ἐποχῆς μαθαίνουμε ὅτι ὁ Σακελλαρίδης στὴ μουσικὴ τοῦ ἔργου (ἐκτὸς ἀπὸ τὰ δημοτικοφανῆ θέματα ποὺ εἶχε συνθέσει) συμπεριέλαβε καὶ δύο βυζαντινὰ τροπάρια, ποὺ ἄλλωστε τόσο καλὰ γνώριζε ἀπὸ τὸν πατέρα του***. Βυζαντινοὺς ὕμνους θὰ συμπεριλάβουν ἀργότερα σὲ ἔργα τους καὶ ὁ Μανώλης Καλομοίρης (Δαχτυλίδι τῆς Μάνας, Συμφωνία τῆς Λεβεντιᾶς), καὶ ὁ Σπύρος Σαμάρας (Κρητικοπούλα, Τίγρις).    


Ἡ Ὄλγα Παπαδιαμαντοπούλου - Βαλτετσιώτη (ἢ Ρεβέκκα) ποὺ ὑποδύθηκε τὴ Φλώρα



Ἡ Ἄρτεμις Κυπαρίσση ποὺ ὑποδύθηκε τὴ Ρήνα

Ὁ ἀδελφὸς τοῦ συνθέτη Ἄρης ποὺ ὑποδύθηκε τὸν ρόλο τοῦ Γερο-Χρόνη.

Οπαραστάσεις σημείωσαν πιτυχία μὲ τ θέατρο νὰ εἶναι ὑπερπλῆρες. Στὸν συνθέτη καὶ στοὺς πρωταγωνιστὲς προσφέρθηκαν τόσα λουλούδια, ὥστε  ἡ σκηνὴ καὶ τὰ παρασκήνια θύμιζαν ἀνθοπωλεῖο. Σύμφωνα μὲ κάποια κριτικὴ τὸ λιμπρέτο δὲν ἐνθουσίασε τόσο, ὅσο ἡ μουσικὴ στὴν ὁποῖα κυριαρχοῦσε τὸ ἑλληνικὸ χρῶμα.  πι δυσμενὴς κριτικὴ δημοσιεύεται στ περιοδικό «Πινακοθήκη» τοῦ Δημητρίου Καλογερόπουλου. Φτάνει δὲ στὸ σημεῖο νὰ πικρίνει κόμη κα στοιχεα τς παράστασης πο ο λλοι παινον.
ρνητικς ἐπίσης κρίσεις διατυπώνονται π τν ποιητ Σωτήρη Σκίπη, πο καλε τν Μανώλη Καλομοίρη «ν σαρώσει τ ἔργο», καθὼς καὶ π κάποιον μ τ ψευδώνυμο Πάρσιφαλ στν ἐφημερίδα κρόπολις. τελευταος στόσο ναγνωρίζει στν συνθέτη «κάποια ιδιοφυΐα» πο μαρτυρεται στ τραγούδι το Γέρο-Χρόνη κα στ κουϊντέτο τς τρίτης πράξης.
Θετικς κριτικὲς πάρχουν στς φημερίδες «στία» κα «φημερίς».

Ἐφημερὶς 7/9/1912

   Μεγαλύτερο βέβαια
νδιαφέρον παρουσιάζει  ἄποψη ἑνὸς ἁρμοδιοτέρου νὰ κρίνει ἕνα μουσικοθεατρικὸ ἔργο, ὅπως εἶναι ὁ Μανώλης Καλομοίρης. Τὸ κείμενό του δημοσιεύτηκε στν στία καί, ὅπως προείπαμε, ἐγράφη ὕστερα π παρότρυνση το ποιητῆ Σωτήρη Σκίπη.
Μανώλης Καλομοίρης
(1883-1962)
Καλομοίρης μως, ν κα ρνητς τς ταλικς τεχνοτροπίας, τν ποία κολουθε Σακελλαρίδης, χει διαφορετικ ποψη. Στ σημεο ατ πρέπει ν ἐξηγήσουμε πς τν ποχ κείνη πρχε ντονη ντιπαράθεση μεταξ τς ταλικς καὶ τῆς γερμανικς μουσικῆς σχολῆς, πως ατ διαμορφώθηκε π τν Βάγκνερ. Ὁ βασικὸς κφραστς τς γερμανικς μουσικς αἰσθητικῆς στν λλάδα ἦταν  Μανώλης Καλομοίρης, ὁ ὁποῖος κήρυξε τν πόλεμο στν ταλικ τεχνοτροπία ποὺ -μέσῳ τῶν Ἑπτανήσων- κυριαρχοῦσε τότε στν λλάδα. 
κριτικ το Καλομοίρη, παρ τς ντιρρήσεις σ τεχνικ θέματα, εναι θετική: «...Λοιπόν: μοῦ ἄρεσε [...] Μερικ μέρη, σν τ τραγούδι τς Ρήνας στν πρώτη πράξη, δείχνουν πραγματικ διοφυΐα κα γερ τάλαντον... κύριος Σακελλαρίδης δν εναι πρωτόβγαλτος στ μουσική μας ζω [καί], π σα ργα του γνώρισα, δν μπορ παρ ν μολογήσω πς χει τάλαντον, πολ τάλαντον... Τὸ Στοιχειωμένο Γεφύρι συγκρινόμενο μ τν “Περουζ” παρουσιάζει μεγάλη πρόοδο κα γεννᾷ πολλς λπίδες». Ὡστόσο, ὅπως προείπαμε, καλεῖ τὸν συνθέτη νὰ ἐμβαθύνει περισσότερο στὸ τεχνικὸ μέρος τῆς μουσικῆς. Τέλος, ὁ  Καλομοίρης δν παραλείπει νὰ ἐπαινέσει τν πολ πιμελημένη, γι τ μέσα τς τότε θήνας, κτέλεση: τραγουδιστές, ρχήστρα, χορωδία.

ἐφ. Ἑστία 12/9/1912

Τὸ ἔργο ξαναπαίχτηκε ἔπειτα ἀπὸ δεκαοκτὼ χρόνια, στὶς 30 Νοεμβρίου 1930, ἀπὸ τὸ Ἐθνικὸ Ὠδεῖο****, στὸ θέατρο ΚΕΝΤΡΙΚΟΝ στὴν Ἀθήνα, σὲ σκηνοθεσία καὶ διδασκαλία τῆς Ὄλγας Παπαδιαμαντοπούλου - Βαλτετσιώτη (καθηγήτριας πιὰ τοῦ Ὠδείου), μὲ τὴ συμμετοχὴ χορωδίας μαθητῶν καὶ μαθητριῶν ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ Λεωνίδα Ζώρα καὶ μεγάλης ὀρχήστρας ὑπὸ τὴν διεύθυνση τοῦ Στέφανου Βαλτετσιώτη. Ἡ διανομὴ τῶν ρόλων εἶχε ὡς ἐξῆς: 
Ρήνα.......... Μαρ. Παπαδάτου,
Φλώρα.......Ἕλενα Νικολαΐδου
Λάμπρος..... Γεώργιος Μουλᾶς - Νῖκος Μοσχονᾶς
Χρόνης....... Κουμαριανός. 


ἐφ. ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 26/11/1930


Ὁ μαέστρος καὶ συνθέτης Λεωνίδας Ζώρας (1905-1987) ποὺ διηύθυνε τὴ χορωδία.




Ἡ διεθνοῦς φήμης μεσόφωνος Ἑλενα Νικολαΐδη (1909-2002) ποὺ τραγούδησε τὸ ρόλο τῆς Φλώρας.

ἐφ. Η ΕΛΛΗΝΙΚΗ 28/11/1930 


ἐφ. ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 27/ 11/1930

Ἡ παράσταση κατὰ γενικὴν ἀπαίτησιν ἐπαναλήφθηκε καὶ στὶς 2 Δεκεμβρίου τοῦ ἴδιου ἔτους μὲ τὴ συμμετοχὴ τοῦ νεοεμφανιζομένου τότε Νίκου Μοσχονᾶ.  

ἐφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΑΝΘΡΩΠΟΣ 2/12/1930. Στὴ διαφήμιση  συμπεριλαμβάνεται καὶ τὸ ρεσιτὰλ τοῦ σπουδαίου βιολιστῆ Jacques Thibaub (Ζὰκ Τιμπὸ) ποὺ βρισκόταν τότε στὴν Ἀθήνα. Ξεφυλλίζοντας τὶς ἐφημερίδες τῆς ἐποχῆς ἐκείνης δὲν μποροῦμε παρὰ νὰ θαυμάσουμε τὴν πλούσια μουσικὴ κίνηση. Λαμπρὰ ὀνόματα ὅπως ὁ προαναφερθεὶς βιολιστὴς Thibaub, ὁ πιανίστας Cortot, ὁ συνθέτης Alfredo Casella ἔδιναν συναυλίες στὴν Ἀθήνα. Καὶ κοντὰ σ᾿ αὐτοὺς δικοί μας, ὅπως ὁ Δημήτρης Μητρόπουλος.   

Στὸ ΕΘΝΟΣ τῆς 2/12/1930 ἐντοπίσαμε ἕνα δημοσίευμα καὶ πάλι τοῦ Μανώλη Καλομοίρη στὸ ὁποῖο χαρακτηρίζει τὸ ἔργο ὡς τὸ μοναδικὸ ἑλληνικὸ λαϊκὸ μελόδραμα μὲ μουσικὴ γεμάτη κέφι, καὶ δροσιὰ καὶ σὲ ἀρκετὰ μέρη μὲ καθαρὸ ἑλληνικὸ δημοτικὸ χρῶμα. Θεωρεῖ πὼς ἡ μουσικὴ τοῦ Σακελλαρίδη εἶναι ἴσως ἡ καλύτερη ποὺ ἔχει γράψει.
Δὲν παραλείπει βέβαια νὰ ἐξάρει τὴν ὑποδειγματικὴ ἐκτέλεση καὶ νὰ ἐπαινέσει τὸ ζεῦγος Βαλτετσιώτη, τοὺς λυρικοὺςτραγουδιστές, καθὼς καὶ τὸν Λεωνίδα Ζώρα.

ἐφ. ΕΘΝΟΣ 2/12/1930

Ὁ διεθνοῦς φήμης βαθύφωνος Νῖκος Μοσχονᾶς (1907-1975) ὁ ὁποῖος στὶς 2 Δεκεμβρίου τοῦ 1930 ἔπαιξε τὸν ρόλο τοῦ Λάμπρου. 

________

* Οἱ ὄπερες ποὺ συνέθεσε εἶναι οἱ ἀκόλουθες: «Ὑμέναιος» (1901, σὲ κείμενο Ἰωάννη Φραγκιᾶ), «Πειρατὴς» (1907, σὲ κείμενο Πολύβιου Δημητρακόπουλου), «Περουζὲ» (1911), «Στοιχειωμένο Γεφύρι» (1912). Τὸ «Κάστρο τῆς Ὡρηᾶς» (σὲ κείμενο Γ. Τσοκόπουλου), ποὺ πρωτοπαίχτηκε στὶς 8/12/1916, φαίνεται ὅτι ἦταν δρᾶμα μὲ μουσικὴ ὑπόκρουση ("θεαματικὸν παραμύθι εἰς 8 πράξεις καὶ πέντε εἰκόνας" χαρακτηρίζεται) καὶ ὄχι ὄπερα (βλ. ἐφ. ΕΜΠΡΟΣ 9/12/1916). 

** Τὸ πρῶτο βασίζεται στὸ ὁμώνυμο θεατρικὸ τοῦ Νίκου Καζαντζάκη (1883-1957), ἐνῷ τὸ δεύτερο στὸ ὁμώνυμο ὀνειρόδραμα τοῦ Γιάννη Καμπύση (1872-1901). 

*** Πρόκειται γιὰ τὸν Ἰωάννη Σακελλαρίδη (1853-1938) μεγάλη μορφὴ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς ποὺ δέσποζε τότε στὴν Ἑλλάδα. Χαρακτηριστικὲς εἶναι οἱ ἐγκωμιαστικὲς κρίσεις ποὺ διατυπώνει γι᾿ αὐτὸν καὶ γιὰ τὰ παιδιά του (Θεόφραστο καὶ Ἄρη) ὁ Περικλῆς Γιαννόπουλος:
       «Θέλομεν ἑλληνικὴν μουσικήν. Καὶ τὸ πρῶτον πρῶτον βῆμα εἶναι νὰ θελήσουν καὶ ἀποφασίσουν οἱ μουσικοὶ νὰ γίνουν εἰδήμονες τοῦ ζητήματος, νὰ γνωρίσουν αὐτὸ -προσέχετε διὰ νὰ μὴ παρενοῆτε τὰ γραφόμενά μου- πρῶτον θεωρητικῶς. Καὶ ὑπάρχει ἕνα μέσον πρὸς αὐτὸν τὸν σκοπόν, καὶ τὸ μέσον αὐτὸ εἶναι ἕνας ἄνθρωπος μὲ τὸν ὁποῖον οἱ μουσικοὶ πρέπει νὰ συνεργασθοῦν, καὶ ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς εἶναι ὁ... Ἰωάννης Σακελλαρίδης [...] Ὁ δυνάμενος νὰ ὁδηγήσῃ τοὺς Μουσικοὺς εἰς τὴν θεωρητικὴν ἔρευναν τῆς ἑλληνικῆς Μουσικῆς εἶναι ὁ Σα-κελ-λα-ρί-δης. Αὐτὸς ὅλος ὅλος [...]
      Ἰδοὺ ἕνας ἄνθρωπος -ὁ Σακελλαρίδης- μαλακόφωνος, ταπεινός, συνειθισμένος ἀπὸ τὴν καθημερινὴν παρουσίασιν εἰς τὸν οἶκον τοῦ Θεοῦ νὰ ὑποκλίνεται μὲ σεμνότατον καὶ παπαδικώτατον τὸ ἦθος. Καὶ ἐντὸς αὐτοῦ ἕνας ἄλλος ἄνθρωπος, ἕνας δυνατὸς Μακεδών, ὁλόκληρος ἔρως, πάθος, μάθησις, μελέτη, ἀφοσίωσις, ἰδανικὸν μέγα, ἑλληνικὴ παιδεία, πατριωτισμός, πατριωτισμὸς ἔργων, εἰς τὸν κλάδον του, πατριωτισμὸς μουσικῆς. Ἕνας τωρινὸς ἄνθρωπος ὅλος ἀγὼν καὶ ἀποστολικὸν πῦρ.
     Καὶ αὐτὸς ὁ ταπεινὸς ἄνθρωπος γεννῶν τρία παιδιὰ καὶ ἐνῷ οἱ ἑκατομμυριοῦχοι πατέρες κάμνουν τὰ παιδιά των ὑπαλληλίσκους, πενταροθήρας, θεσιθήρας, τὰ χώνουν εἰς τὰ Δημόσια Χασισοποτεῖα διὰ νὰ βυζάξουν ἀκόμη ὀλίγα μονόδραχμα, αὐτὸς ἀφοσιοῖ αὐτὰ εἰς τὴν Μουσικὴν καὶ ἀνατρέφων αὐτὰ ἑλληνικώτατα καὶ μορφώνων αὐτὰ ὅσον τὸ δυνατὸν καλλίτερον καὶ ἐφαρμόζων εἰς τὴν διάπλασιν τῶν ψυχῶν των τὰ ἀρχαῖα μουσικὰ διδάγματα, προσθέτων εἰς αὐτὰ καὶ τὴν εὐρωπαϊκὴν μουσικήν, καλλιεργῶν, ποτίζων, κλαδεύων, περιθάλπων αὐτά, ἀπὸ τὸ πρωῒ ἕως τὸ βράδυ, κατορθώνων νὰ ἔχῃ ἕνα υἱὸν -χαρὰν Θεοῦ- νεώτατον παλληκάρι καὶ ἤδη συνθέτην μὲ τὰ ἑλληνικώτατα τῶν Ἰδανικῶν, ἕνα ἄλλον ἀοιδόν, καὶ δημιουργῶν οὕτω μίαν ὁλόκληρον οἰκογένειαν περιγελασθεῖσαν μέν, ἀλλ᾿ ἀγωνιζομένην δυνατότατα, ἀλλὰ μεταβαίνουσαν καὶ εἰς τὴν Γερμανίαν αὐτὴν καὶ περιάγουσαν ἐκεῖ εἰς τοὺς ἀνωτάτους διδασκάλους τῆς Μουσικῆς ὀλίγον ἑλληνικὸν φῶς καὶ ἐκτιμώμενην ἐκεῖ καὶ ἐπανερχομένην ἐδῶ καὶ ἀπὸ τὸ πρωῒ ἕως τὸ βράδυ ἐργαζομένην καὶ μουσουργοῦσαν.


(Περικλῆς Γιαννόπουλος, ἐφ. «Τὸ Ἄστυ», 25, 27, 28-7-1904

**** Ἱδρυτὴς κὰι διευθυντὴς τοῦ Ἐθνικοῦ Ὠδείου, ὡς γνωστόν, ἦταν ὁ Μανώλης Καλομοίρης. 

ΠΗΓΕΣ (ποὺ δὲν άναφέρονται στὸ κείμενο)

ΠΑΓΚΟΣΜΙΟ ΒΙΟΓΡΑΦΙΚΟ ΛΕΞΙΚΟ ΕΚΔΟΤΙΚΗΣ ΑΘΗΝΩΝ (λῆμμα Σακελλαρίδης).
ΣΩΤΟΥ ΠΕΤΡΑ «ΒΑΣΙΛΙΚΟ ΘΕΑΤΡΟ - ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΟΠΕΡΕΤΤΑ», ΑΘΗΝΑ 1960.
ΓΙΩΡΓΟΥ ΚΑΡΑΚΑΝΤΑ «ΑΠΑΝΤΑ ΤΟΥ ΛΥΡΙΚΟΥ ΘΕΑΤΡΟΥ».
KARL NEF «ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΗΣ ΜΟΥΣΙΚΗΣ», ΕΚΔΟΣΕΙΣ Ν. ΒΟΤΣΗΣ, ΑΘΗΝΑ 1985.
περιοδ. ΝΕΑ ΕΣΤΙΑ, τεῦχος 541, τόμος 47.
περιοδ. ΠΙΝΑΚΟΘΗΚΗ,  Ὀκτώβριος 1912, σελ. 154-155
ἐφ. ΑΘΗΝΑΙ 4/9/1912
ἐφ. ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 7/9/1912
ἐφ. ΕΛΕΥΘΕΡΟΣ ΛΟΓΟΣ, φύλλο 4/11/1923
ἐφ. ΕΣΤΙΑ 6/9/1912
ἐφ. ΕΣΤΙΑ 4/9/1912