Γιὰ τὸν ἡρωϊκὸ θάνατο τοῦ Παύλου Μελᾶ ἔχουν γραφεῖ ἀρκετὰ ποιήματα ἀπὸ διαφόρους, γνωστοὺς καὶ λιγότερο γνωστοὺς ποιητές. Τὸ παρακάτω ποίημα τοῦ Στέφανου Δάφνη (πραγματικὸ ὄνομα Θρασύβουλος Ζωιόπουλος) δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα "ΑΘΗΝΑΙ" τοῦ Γεωργίου Πὼπ στὶς 21 Ὀκτωβρίου 1904.
ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Τώρα ἂς σὲ πάρουν στὰ φτερὰ τῶν τραγουδιῶν οἱ Μοῦσες !
Τώρα ἂς ἀνέβῃ ἡ δόξα Σου ὣς τ᾿ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ,
ἂς ᾿ποῦνε οἱ Ἅρπες στὶς καρδιὲς τὴ φλόγα ποὺ ἐκρατοῦσες
θρῆνος ἂς γίνῃ ὁ θάνατος στὰ χείλη ἑνὸς Λαοῦ !...
Ρηγόπουλο τοῦ ἀρχαίου καιροῦ μὲ τὸ σπαθὶ στὸ χέρι
ἀτρόμητα ἐσὺ πήγαινες νὰ βρῇς τὰ ἰδανικά,
πάντα ἕναν πύργο σοὔδειχνε τὸ μακρυσμένο ἀστέρι
ποὺ ἁλυσσωμένη ἐστέναζε πεντάμορφη Κυρά...
Μὰ νά ! Στὸ δρόμο σου ἔφτασαν φονιάδες κι ἄγριοι σκύλοι,
καὶ τ᾿ ὄνειρό σου - ἀνάθεμα ! - τὸ σβύσανε, ὦ Ψυχή,
ἕνα μολύβι σοὔκλεισε τὰ μάτια καὶ τὰ χείλη
ποὺ ἐσιγοψιθυρίσανε « - Πατρίδα μου φτωχή...».
Κι ὅταν ἡ νύχτα ἐπλάκωσε καὶ οἱ σύντροφοι θλιμμένοι
στὴ μαύρη γῆ σοῦ ἀνοίξανε τὸν τάφο τὸ βαθύ,
ἦταν ἡ Πλάσι ὁλόγυρα περίτρομα ἀγριεμένη
κι εἶχαν τὰ οὐράνια ἀπάνωθε σὲ δάκρυα ἀναλυθῆ ! ...
Καὶ ἡ γῆ τοῦ Ἀλέξαντρου ἡ πικρὴ ποὺ ἐγέμισε ἀπ᾿ τὸ φῶς σου
ποὺ σὰν μητέρα σοῦ ἄνοιξε τὴ στοργικὴ ἀγκαλιά,
τὰ μέρη ἐκεῖνα ποὺ ἄφησε πεντάρφανα ὁ χαμός σου,
τὰ παλληκάρια, οἱ χείμαρροι καὶ τὰ ψηλὰ βουνὰ
πέρα γιὰ πέρα, ὅλα μαζὶ τὰ ἑλληνικὰ σὲ κλαῖνε,
ὡραῖο κορμί, λεβέντικο, τρισεύγενη καρδιά,
καὶ δάφνης κλώνια σπέρνοντας στὸ μνῆμα πάνω λένε :
« - Γιὰ τὴν Πατρίδα ἐπέθανε καὶ γιὰ τὴ Λευτεριά !...».
Χαῖρε, ὦ Μεγάλε ! Ἀνάστησες τὴν πεθαμένη Ἰδέα,
τοῦ θρύλου Ἐσὺ ἐζωντάνεψες καινούργιος Διγενής,
φύσηξες κάποια ὡραία πνοὴ σὲ μιὰ νεκρὴ Σημαία,
κι ἐπέρασες, ἡ ἀπέραντη Θυσία νὰ γενῇς !...
Χαῖρε, ὦ Μεγάλε ! Στὰ φτερὰ σὲ πῆρε τώρα ἡ Δόξα
γιὰ νὰ σὲ πάῃ στὰ Ἠλύσια, γιὰ νὰ σὲ φέρῃ ἐκεῖ
ποὺ ὑψώνει ὡς τρόπαια ἀστραφτερὰ τὸ Φῶς τὰ μύρια τόξα
γιὰ τὴ Μακεδονία μας τὴν τρισελληνική !
Γιὰ τὴ Μακεδονία μας τὴν πολυσκλαβωμένη,
ποὺ σὲ κρατάει φιλόστροργα, ποὺ θὲ νὰ καρτερῇ
ὁ θάνατός σου Ἀνάστασι νὰ γίνῃ ὀνειρεμένη
κι ἐκδίκησι τὸ αἷμα σου ἕναν καιρὸ νὰ βρῇ !...
ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ
Τώρα ἂς σὲ πάρουν στὰ φτερὰ τῶν τραγουδιῶν οἱ Μοῦσες !
Τώρα ἂς ἀνέβῃ ἡ δόξα Σου ὣς τ᾿ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ,
ἂς ᾿ποῦνε οἱ Ἅρπες στὶς καρδιὲς τὴ φλόγα ποὺ ἐκρατοῦσες
θρῆνος ἂς γίνῃ ὁ θάνατος στὰ χείλη ἑνὸς Λαοῦ !...
Ρηγόπουλο τοῦ ἀρχαίου καιροῦ μὲ τὸ σπαθὶ στὸ χέρι
ἀτρόμητα ἐσὺ πήγαινες νὰ βρῇς τὰ ἰδανικά,
πάντα ἕναν πύργο σοὔδειχνε τὸ μακρυσμένο ἀστέρι
ποὺ ἁλυσσωμένη ἐστέναζε πεντάμορφη Κυρά...
Μὰ νά ! Στὸ δρόμο σου ἔφτασαν φονιάδες κι ἄγριοι σκύλοι,
καὶ τ᾿ ὄνειρό σου - ἀνάθεμα ! - τὸ σβύσανε, ὦ Ψυχή,
ἕνα μολύβι σοὔκλεισε τὰ μάτια καὶ τὰ χείλη
ποὺ ἐσιγοψιθυρίσανε « - Πατρίδα μου φτωχή...».
Κι ὅταν ἡ νύχτα ἐπλάκωσε καὶ οἱ σύντροφοι θλιμμένοι
στὴ μαύρη γῆ σοῦ ἀνοίξανε τὸν τάφο τὸ βαθύ,
ἦταν ἡ Πλάσι ὁλόγυρα περίτρομα ἀγριεμένη
κι εἶχαν τὰ οὐράνια ἀπάνωθε σὲ δάκρυα ἀναλυθῆ ! ...
Καὶ ἡ γῆ τοῦ Ἀλέξαντρου ἡ πικρὴ ποὺ ἐγέμισε ἀπ᾿ τὸ φῶς σου
ποὺ σὰν μητέρα σοῦ ἄνοιξε τὴ στοργικὴ ἀγκαλιά,
τὰ μέρη ἐκεῖνα ποὺ ἄφησε πεντάρφανα ὁ χαμός σου,
τὰ παλληκάρια, οἱ χείμαρροι καὶ τὰ ψηλὰ βουνὰ
πέρα γιὰ πέρα, ὅλα μαζὶ τὰ ἑλληνικὰ σὲ κλαῖνε,
ὡραῖο κορμί, λεβέντικο, τρισεύγενη καρδιά,
καὶ δάφνης κλώνια σπέρνοντας στὸ μνῆμα πάνω λένε :
« - Γιὰ τὴν Πατρίδα ἐπέθανε καὶ γιὰ τὴ Λευτεριά !...».
Χαῖρε, ὦ Μεγάλε ! Ἀνάστησες τὴν πεθαμένη Ἰδέα,
τοῦ θρύλου Ἐσὺ ἐζωντάνεψες καινούργιος Διγενής,
φύσηξες κάποια ὡραία πνοὴ σὲ μιὰ νεκρὴ Σημαία,
κι ἐπέρασες, ἡ ἀπέραντη Θυσία νὰ γενῇς !...
Χαῖρε, ὦ Μεγάλε ! Στὰ φτερὰ σὲ πῆρε τώρα ἡ Δόξα
γιὰ νὰ σὲ πάῃ στὰ Ἠλύσια, γιὰ νὰ σὲ φέρῃ ἐκεῖ
ποὺ ὑψώνει ὡς τρόπαια ἀστραφτερὰ τὸ Φῶς τὰ μύρια τόξα
γιὰ τὴ Μακεδονία μας τὴν τρισελληνική !
Γιὰ τὴ Μακεδονία μας τὴν πολυσκλαβωμένη,
ποὺ σὲ κρατάει φιλόστροργα, ποὺ θὲ νὰ καρτερῇ
ὁ θάνατός σου Ἀνάστασι νὰ γίνῃ ὀνειρεμένη
κι ἐκδίκησι τὸ αἷμα σου ἕναν καιρὸ νὰ βρῇ !...
Στέφανος Δάφνης (Θρασύβουλος Ζωϊόπουλος 1882-1947)
Ὁ Παῦλος Μελᾶς μὲ τὸν γιό του Μίκη |