ΠΡΟΣΚΛΗΣΙΣ
τοῦ Ἀχιλλέως Παράσχου (Ναύπλιον 1838 - Ἀθῆναι 1895)
Εἶναι τὸ πλοῖον ἕτοιμον, ὁ ἄνεμος συρίζει·
μυκᾶται ὁ ὠκεανὸς καὶ θύελλαν ἀγγέλλει.
Εἶναι τὸ πλοῖον ἕτοιμον, ἡ πρῶρα του γογγύζει,
θρασεῖς ναυβάτας προσκαλεῖ, καὶ τρικυμίαν θέλει.
Ἐνθουσιᾷ καὶ ῥίπτεται εἰς τὴν ἀνεμοζάλην,
μὲ τὸν βορρᾶν νὰ μετρηθῇ καὶ μὲ τὸ κῦμα πάλιν !
μυκᾶται ὁ ὠκεανὸς καὶ θύελλαν ἀγγέλλει.
Εἶναι τὸ πλοῖον ἕτοιμον, ἡ πρῶρα του γογγύζει,
θρασεῖς ναυβάτας προσκαλεῖ, καὶ τρικυμίαν θέλει.
Ἐνθουσιᾷ καὶ ῥίπτεται εἰς τὴν ἀνεμοζάλην,
μὲ τὸν βορρᾶν νὰ μετρηθῇ καὶ μὲ τὸ κῦμα πάλιν !
Εἶναι τὸ πλοῖον ἕτοιμον· ἰδέτε πῶς ἱππεύει
τὸ μέλαν κῦμα, τὰ λευκὰ ἱστία πῶς προτείνει·
ἀφροστεφὴς ἡ πρῶρα του ἡ ἀλαζὼν χορεύει,
καὶ τοῦ λιμένος τὴν εἱρκτὴν διὰ παντὸς ἀφήνει.
Ὡς πτερνιστῆρα, δρύϊνον πηδάλιον βυθίζει,
καὶ τῆς θαλάσσης τὰ πλευρὰ ἀγέρωχον πτερνίζει.
τὸ μέλαν κῦμα, τὰ λευκὰ ἱστία πῶς προτείνει·
ἀφροστεφὴς ἡ πρῶρα του ἡ ἀλαζὼν χορεύει,
καὶ τοῦ λιμένος τὴν εἱρκτὴν διὰ παντὸς ἀφήνει.
Ὡς πτερνιστῆρα, δρύϊνον πηδάλιον βυθίζει,
καὶ τῆς θαλάσσης τὰ πλευρὰ ἀγέρωχον πτερνίζει.
...................................................................
Ἄφες τὴν γῆν νὰ σήπεται καὶ σκώληκας νὰ τρέφῃ,
κ᾿ ἐλθὲ ναυβάται εἰς αὐτὸ ἡμεῖς νὰ ἐπιβῶμεν·
ἐλθὲ νὰ διασχίσωμεν τοῦ ἀχανοῦς τὰ νέφη.
..................................................................
κ᾿ ἐλθὲ ναυβάται εἰς αὐτὸ ἡμεῖς νὰ ἐπιβῶμεν·
ἐλθὲ νὰ διασχίσωμεν τοῦ ἀχανοῦς τὰ νέφη.
..................................................................
Ἐλθὲ ἐν μέσῳ ἀστραπῶν ὀργίλον ν᾿ ἀτενίσῃς
τὸ πέλαγος, τὸν κεραυνὸν νὰ ψαύσῃς καὶ ν᾿ ἀκούσης,
εἰς ἄβυσσον θυμοειδῆ μορφὴν νὰ κατοπτρίσῃς.
κ᾿ εἰς ὑετὸν τὴν κόμην σου τὴν μελανὴν νὰ λούσῃς.
Ἐλθὲ μὲ τρόμους τὸν βραδὺν παλμόν σου νὰ ταχύνω,
ἐκ τῆς ναυτίας τῆς ξηρᾶς νὰ σὲ ἀπομακρύνω !
τὸ πέλαγος, τὸν κεραυνὸν νὰ ψαύσῃς καὶ ν᾿ ἀκούσης,
εἰς ἄβυσσον θυμοειδῆ μορφὴν νὰ κατοπτρίσῃς.
κ᾿ εἰς ὑετὸν τὴν κόμην σου τὴν μελανὴν νὰ λούσῃς.
Ἐλθὲ μὲ τρόμους τὸν βραδὺν παλμόν σου νὰ ταχύνω,
ἐκ τῆς ναυτίας τῆς ξηρᾶς νὰ σὲ ἀπομακρύνω !
Ἐλθέ, καὶ ἄφησε τὴν γῆν τὸ κρῖμα νὰ μαστίζῃ,
νεφέλας ἐκ κονιορτοῦ καὶ νάνους νὰ ὑψώνῃ·
ἀνθρώπους, ὄφεις, πυρετοὺς καὶ γύπας νὰ σκορπίζῃ,
καὶ τ᾿ ἄδικον τὸ σκῆπτρον του ἐπάνω της ν᾿ ἁπλώνῃ·
ἄφες τὴν γῆ νὰ σήπεται· μὴ σήπεσαι μαζί της,
κ᾿ εἰς τὰ ὑγρὰ βασίλεια ἐλθὲ τῆς Ἀμφιτρίτης.
νεφέλας ἐκ κονιορτοῦ καὶ νάνους νὰ ὑψώνῃ·
ἀνθρώπους, ὄφεις, πυρετοὺς καὶ γύπας νὰ σκορπίζῃ,
καὶ τ᾿ ἄδικον τὸ σκῆπτρον του ἐπάνω της ν᾿ ἁπλώνῃ·
ἄφες τὴν γῆ νὰ σήπεται· μὴ σήπεσαι μαζί της,
κ᾿ εἰς τὰ ὑγρὰ βασίλεια ἐλθὲ τῆς Ἀμφιτρίτης.
...................................................................
Ὤ, ἔλα τοῦ Ὠκεανοῦ πολῖται νὰ γενῶμεν,
νὰ κλίνωμεν εἰς τοὺς ὑγροὺς καὶ ἀβυσσώδεις νόμους,
εἰς ὄρους κύματος λευκοῦ τὰ ὕψη ν᾿ ἀναβῶμεν,
καὶ τοῦ ἀπείρου ἀνοικτοὺς νὰ ἔχωμεν τοὺς δρόμους.
.............................................................................
νὰ κλίνωμεν εἰς τοὺς ὑγροὺς καὶ ἀβυσσώδεις νόμους,
εἰς ὄρους κύματος λευκοῦ τὰ ὕψη ν᾿ ἀναβῶμεν,
καὶ τοῦ ἀπείρου ἀνοικτοὺς νὰ ἔχωμεν τοὺς δρόμους.
.............................................................................
Ἐὰν ἐγήρασεν ἡ γῆ, ἡ θάλασσα νεάζει.
Ὅλα θὰ γίνουν θάλασσα, τὸ πᾶν θὰ γίνῃ κῦμα...
Ὁ χρόνος φεύγ᾿, ἡ μακρυνὴ σκοτία πλησιάζει·
Ὅλα θὰ γίνουν θάλασσα, ὅλα θὰ γίνουν μνῆμα.
Καὶ μόνον εἰς τὴν ἄβυσσον, εἰς ταραχὴν τυφῶνος,
θὰ ἐπιπλέει ὁ Θεὸς εἰς τὴν σκοτίαν μόνος...
Ὅλα θὰ γίνουν θάλασσα, τὸ πᾶν θὰ γίνῃ κῦμα...
Ὁ χρόνος φεύγ᾿, ἡ μακρυνὴ σκοτία πλησιάζει·
Ὅλα θὰ γίνουν θάλασσα, ὅλα θὰ γίνουν μνῆμα.
Καὶ μόνον εἰς τὴν ἄβυσσον, εἰς ταραχὴν τυφῶνος,
θὰ ἐπιπλέει ὁ Θεὸς εἰς τὴν σκοτίαν μόνος...
..........................................................................
Ποῖαι πρωτότυποι σκηναὶ καὶ ᾄσματα τραχέα,
ποῖα ζοφώδη δράματα ἐκεῖ θὰ μᾶς ἐκπλήξουν !
Συννέφων θὰ ὑψώνεται ἀπέραντος αὐλαία,
καὶ ἄβυσσοι θ᾿ ἀνοίγωνται τὰ βάθη των νὰ δείξουν.
Καὶ θὰ προβαίνουν ἐν σιγῇ τῶν θαλασσῶν τὰ κήτη,
ἐνῷ λαιλάπων μουσικὴ τὰ ὦτα μας θὰ πλήττῃ.
ποῖα ζοφώδη δράματα ἐκεῖ θὰ μᾶς ἐκπλήξουν !
Συννέφων θὰ ὑψώνεται ἀπέραντος αὐλαία,
καὶ ἄβυσσοι θ᾿ ἀνοίγωνται τὰ βάθη των νὰ δείξουν.
Καὶ θὰ προβαίνουν ἐν σιγῇ τῶν θαλασσῶν τὰ κήτη,
ἐνῷ λαιλάπων μουσικὴ τὰ ὦτα μας θὰ πλήττῃ.
..........................................................................
Στῆθος μὲ στῆθος, κεφαλὴ μὲ κεφαλὴν, πλησίον
ὁ εἷς τοῦ ἄλλου, ἄγνωστα πελάγη θὰ περῶμεν·
ὡς κῦμα γαῦρον δίδυμον, μακρὰν τῶν παραλίων,
τὸ πέλαγος θὰ σχίσωμεν μ᾿ ὁρμὴν καὶ θὰ χαθῶμεν...
ὁ εἷς τοῦ ἄλλου, ἄγνωστα πελάγη θὰ περῶμεν·
ὡς κῦμα γαῦρον δίδυμον, μακρὰν τῶν παραλίων,
τὸ πέλαγος θὰ σχίσωμεν μ᾿ ὁρμὴν καὶ θὰ χαθῶμεν...
...........................................................................
Ἐπιλογὴ στίχων Μ.Χ.