Ο ΧΡΥΣΟΣ ΚΑΙ ΤΟ ΜΑΡΜΑΡΟ
Λέγει ὁ Χρυσὸς στὸ Μάρμαρο:
- Στὰ πέρατα τοῦ κόσμου
ποιός ἥλιος λάμπει ὡσὰν ἐμέ, ποιό φῶς ἔχει τὸ φῶς μου ;
Ἐγὼ τὸν κόσμο κυβερνῶ, τὴν εὐτυχία ὑφαίνω,
ποδαπατῶ τὴν ὀμορφιά, τὴν ἀσχημιὰ ὀμορφαίνω·
ἐγὼ ὁδηγῶ στὰ σκοτεινὰ τοῦ κλέφτη μου τὸ χέρι,
ἐγὼ ἀκονίζω τοῦ φονιᾶ τὸ δίκοπο μαχαίρι·
ἐγὼ ἀγοράζω τὴν τιμὴ καὶ τὴν πουλῶ στὸ δρόμο,
ἐγὼ νικῶ τὴν ἀρετή, καταπατῶ τὸ νόμο.
Περίσσιες εἶν’ οἱ χάρες μου, κι ἡ δύναμή μου μόνη
γκρεμίζει θρόνους ἀπ’ ἐδῶ, θρόνους ἐκεῖ στηλώνει...
Ἐσὺ τί κάνεις, Μάρμαρο ;
Καὶ τ’ ἀποκρίθη ἐκεῖνο:
- Ἐγὼ σὲ τάφου σκοτεινιὰ τὴ δύναμή σου κλείνω !
- Στὰ πέρατα τοῦ κόσμου
ποιός ἥλιος λάμπει ὡσὰν ἐμέ, ποιό φῶς ἔχει τὸ φῶς μου ;
Ἐγὼ τὸν κόσμο κυβερνῶ, τὴν εὐτυχία ὑφαίνω,
ποδαπατῶ τὴν ὀμορφιά, τὴν ἀσχημιὰ ὀμορφαίνω·
ἐγὼ ὁδηγῶ στὰ σκοτεινὰ τοῦ κλέφτη μου τὸ χέρι,
ἐγὼ ἀκονίζω τοῦ φονιᾶ τὸ δίκοπο μαχαίρι·
ἐγὼ ἀγοράζω τὴν τιμὴ καὶ τὴν πουλῶ στὸ δρόμο,
ἐγὼ νικῶ τὴν ἀρετή, καταπατῶ τὸ νόμο.
Περίσσιες εἶν’ οἱ χάρες μου, κι ἡ δύναμή μου μόνη
γκρεμίζει θρόνους ἀπ’ ἐδῶ, θρόνους ἐκεῖ στηλώνει...
Ἐσὺ τί κάνεις, Μάρμαρο ;
Καὶ τ’ ἀποκρίθη ἐκεῖνο:
- Ἐγὼ σὲ τάφου σκοτεινιὰ τὴ δύναμή σου κλείνω !
(ΑΛΑΒΑΣΤΡΑ 1900)