Πέμπτη 28 Φεβρουαρίου 2019

ΑΙΘΙΟΨ - ΑΛΕΞΑΝΔΡΟΣ ΚΑΤΑΚΟΥΖΗΝΟΣ

   
     Νομίζω ὅτι εἶναι τὸ πρῶτο ποίημα τῆς ἑλληνικῆς λογοτεχνίας -ποὺ ἔστω δειλὰ- θίγει τὰ ζητήματα τῶν διακρίσεων βάσει τοῦ χρώματος καὶ τῆς δουλεμπορίας.
     Ἕνας Εὐρωπαῖος, σὲ ἕνα σκλαβοπάζαρο μιᾶς βαρβαρικῆς πόλης, μεταξὺ ἄλλων ἀναγκαίων ἀγοράζει καὶ ἕναν... Αἰθίοπα. Ἡ δουλεμπορία χαρακτηρίζεται ἀπὸ τὸν ποιητὴ ὡς ἡ ντροπὴ τῆς ἀνθρωπότητας. Ὁ ἀνόητος Εὐρωπαῖος, παραβλέποντας τὰ πολλὰ προτερήματα τοῦ Αἰθίοπα, ἐνοχλεῖται ἀπὸ τὸ μαῦρο χρῶμα τοῦ δέρματός του. Ἔτσι, μέσῳ τοῦ πλυσίματος, προσπαθεῖ νὰ τοῦ ἀλλάξει τὸ χρῶμα, ποὺ ἡ ἴδια ἡ φύση τοῦ ἔδωσε. Ἡ φύση ὡστόσο δὲν ἀλλάζει καὶ ὁ Εὐρωπαῖος καλεῖται νὰ ἀποδεχθεῖ τὴν πραγματικότητα ὡς ἔχει ! Τὸ ποίημα ἀπευθυνόταν σὲ παιδιά, ἐξοῦ καὶ ἡ ἀφέλεια ποὺ τὸ διακρίνει. Συγγραφέας του εἶναι ὁ λόγιος καὶ συνθέτης τοῦ 19ου αἰῶνα Ἀλέξανδρος Κατακουζηνός.


ΑΙΘΙΟΨ *

Εἰς βαρβάρων πόλιν, ὅπου
πρὸς αἰσχύνην τοῦ ἀνθρώπου
καὶ οἱ ἄνθρωποι πωλοῦνται,
Εὐρωπαῖος ἦλθε φθάσας
καὶ ἀπῆλθεν ἀγοράσας
ἐκτὸς ἄλλων ἀναγκαίων
καὶ Αἰθίοπα ὡραῖον.

Οὕτος, τόσα ἔχων ἄλλα
προτερήματα μεγάλα,
μὲ τὸ μαῦρον πρόσωπόν του
ἔθλιβε τὸν κύριόν του,

ὅστις, δίχως νὰ βραδύνῃ,
ἤρχισεν αὐτὸν νὰ πλύνῃ,
καὶ ἀκάματος ἐφάνη
προσπαθῶν νὰ τὸν λευκάνῃ.

Μετὰ πλύσεις πολυτρόπους
καὶ σαπωνισμοὺς καὶ κόπους
ὁ πλυνόμενος, ἀκόμα
δὲν παρήλλαξε τὸ χρῶμα.

Ὡς εἰς τὸν παρόντα βίον
μαῦρον ἔφθασε παιδίον,
καὶ εἰς τὴν ζωὴν τὴν ἄλλην
θὰ ὑπάγῃ μαῦρος πάλιν.

Ὅσον καὶ ἂν προσπαθήσῃς
ἀμετάβλητος ἡ φύσις.


Ἀλέξανδρος Κατακουζηνός (1824-1892)
(Ἡ Μοῦσα τῶν Παίδων, ποιήματα διὰ παιδία, μέρος β΄, σελ. 81-82, ἐν Ἀθήναις 1887).

*  Ἡ λέξη "Αἰθίοψ" παράγεται ἀπὸ ἀρχαιοελληνικὸ ρῆμα αἴθω (= καίω, ἀνάβω) καὶ τὸ οὐσιαστικὸ ὄψις (τοῦ ὁράω -ῶ), δηλαδὴ ὁ Αἰθίοψ εἶναι ὁ ἔχων μαυρισμένη ὄψη σὰν νὰ ἔχει καεῖ.  

Ἀκολουθεῖ ἡ βιογραφία τοῦ Κατακουζηνοῦ, ὅπως δημοσιεύτηκε στὸ περιοδικὸ «ΔΙΑΠΛΑΣΙΣ ΤΩΝ ΠΑΙΔΩΝ» τοῦ ὁποίου ὑπῆρξε συνεργάτης ἐπὶ 14 ἔτη.





Κυριακή 24 Φεβρουαρίου 2019

Ο ΠΑΛΑΜΑΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΕΙΚΟΣΙΠΕΝΤΑΕΤΗΡΙΔΑ τοῦ Βασιλιᾶ Γεωργίου τοῦ Α΄


     Τὸ παρακάτω ποίημα τοῦ Κωστῆ Παλάμᾶ ἐγράφη τὸ 1888 γιὰ τὰ 25 χρόνια τῆς βασιλείας τοῦ Γεωργίου τοῦ Α΄ καὶ δημοσιεύτηκε σὲ εἰδικὸ ἐπετειακὸ φύλλο τῆς «Ἐφημερίδος» τοῦ Γεωργίου Κορομηλᾶ. Τὸ ποίημα εἶναι ἄγνωστο στὸ εὐρὺ κοινό, ἐπειδὴ δὲν συμπεριελήφθη σὲ καμμία συλλογὴ τοῦ ποιητῆ. Ὁ νεαρὸς Παλαμᾶς, πρὶν ἀπὸ δύο χρόνια, εἶχε ἐκδόσει τὴν πρώτη του ποιητικὴ συλλογὴ «Τὰ τραγούδια τῆς πατρίδος μου».



Ἡ βορινὴ πατρίδα Σου, ποὺ βρέχ᾿ ἡ Βαλτική,

μεσημβρινὰ ἔχει νιάτα·

μὲς στὰ νερὰ τὰ πράσινα σπαρμένα ἐδῶ κ᾿ ἐκεῖ

προβάλλουν τὰ νησιά της τὰ χιονάτα.

Κι ἡ Σηλανδία ἡ ἔμορφη καὶ ἡ πλούσια Φιονία

τὸν οὐρανὸ ἔχουν γαλανό, καθάριο τὸν ἀέρα·

λοῦθε ἡ θάλασσα φιλεῖ, χαϊδεύει τὴ Δανία

καὶ τὴ σφιχταγκαλιάζει σὰ μητέρα.

Στὴ γῆν αὐτήν, ἀταίριαστη γειτόνισσα τῶν πόλων,

δείχνεται μ᾿ ὅλο του τὸ φῶς ξανθόμαλλος ὁ Ἀπόλλων.

Ἔτσι σ᾿ ἀπίστευτους καιροὺς ἀνάμεσα σὲ τόπους

σκοταδεροὺς καὶ κρύους

ταξίδευε κι ἐδείχνοταν στοὺς θεϊκοὺς ἀνθρώπους,

στοὺς μυστικοὺς Ὑπερβορείους.


Ἀλλ᾿ ὅμως τῆς πατρίδος μου τὰ κάλλη

γῆ δὲν τὰ χαίρεται, δὲν τἄχει ἄλλη.

Ἡ Ἁρμονία γεννήθηκ᾿ ἐδῶ πέρα

καὶ τὴν Ἑλλάδα μας ἔχει μητέρα.

Καὶ τὴν Ἑλλάδα τὴ μακαρισμένη

τὴν τριγυρίζουνε σὰν ἐρωμένη

τὸ Ἰόνιον μαζὶ καὶ τὸ Αἰγαῖον,

ταίρι ἀφροστέφανο θεῶν ἀρχαίων,

καὶ χίλια μύρια τῆς χαρίζουν δῶρα,

λαμπρά, δροσόβολα, χρυσᾶ, ἀνθοφόρα.

Κι Αὐτή, σὰ νὰ εἶναι ἄμαθη παρθένα,

δειλὰ κοιτάζεται μὲ τὸν καθένα.

Κι ανάμεσα στοὺς δυό, θαρρεῖς δὲν ξέρει

σὲ ποιὸν τ᾿ ὁλόδροσο θὰ δώσει χέρι.


Εὐθὺς ποὺ τὴν πλατιὰ τὴν ἀγκαλιά της

σ᾿ Ἐσὲ γλυκάνοιξε, στὸ βασιλιά της,

λησμόνησε πὼς ἦρθες ἀπ᾿ τὰ ξένα,

καὶ τῆς ἐφάνηκες δική της γέννα.

Γιατ᾿ ἦταν ἡ πατρίδα Σου ἡ πρώτη

ζωγραφισμένη στὴν ξανθή Σου νιότη.

Γιατ᾿ ἦταν στῶν ματιῶν σου τὴ λαμπράδα

τῆς πρώτης χώρας Σου ἡ ἐμορφάδα,

ποὺ μὲς στὴν καταχνιὰ καὶ μὲς στὸ χιόνι

χάρη ἀνοιξιάτικη τὴ στεφανώνει.

Γιατμὲς στῶν ματιῶν Σοῦ τὴ λαμπράδα,

σὰ νὰ καθρέφτιζες καὶ τὴν Ἑλλάδα.


Ἑλλάς ! τῆς Ἱστορίας σου τὰ φύλλα

γυρνῶ μὲ θάμπωμα κι ἀνατριχίλα !

Κάθε της νοῦς, κάθε καρδιὰ μεγάλη,

κάθε της ὄνομα γιὰ μᾶς προβάλλει

καὶ μᾶς μιλεῖ καὶ μᾶς παραφυλάττει,

σὰν τὸ δαιμόνιο μπρὸς στὸ Σωκράτη.

Λάμπουν ἀπ᾿ τ᾿ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ οἱ κάμποι,

κι ἡ Ἱστορία μας παρόμοια λάμπει

ἀπὸ μεγάλα ὀνόματα κι ἀπ᾿ ὅλα

πλέον γλυκόφωνα καὶ φεγγοβόλα

στὸν κόσμο ζοῦν κ᾿ ἔρχονται μὲς στὰ στόματα

τῶν βασιλέων σου τὰ γαρα ὀνόματα !

τοῦ Πλουτάρχου ἡμίθεοι ξακουσμένοι,

Χαῖρε, Ἀγησίλαε καὶ Κλεομένη,

Χαίρετε, Κόδροι, Πύρροι, Λεωνῖδαι,

ἡ γῆ τοὺς ὅμοιους σας δὲν ξέρω ἂν εἶδε !


Ἡ Ρώμ᾿ ἡ παντοδύναμη ἐπῆρ᾿ ἀπ᾿ τὴν Ἑλλάδα

τοὺς νόμους, τὴ σοφία της, τὴν τέχνη ἀράδα-ἀράδα

καὶ μοναχὰ τὰ σκῆπτρα σας δὲν πῆρε ἀπὸ τὴ γῆ μας.

Οἱ σιδερένιοι Καίσαρες ποὺ τρέμ᾿ ἡ οἰκουμένη

δὲν μοιάζουνε σὲ τίποτε μ᾿ ἐσᾶς, ὦ τιμημένοι,

Εἶσθε καὶ μένετε δικοί μας !

Ἡ Ἀφροδίτ᾿ ἡ Οὐρανία, κάθε ζωῆς πηγή,

ποὺ κάνει τ᾿ ἄστρο ἁρμονικὰ καὶ κυβερνάει τὴ Γῆ,

κι ἀπὸ καιροὺς τὸ θρόνο της τὸν ἔχει στὴν Ἑλλάδα.

Κι ἐδῶ στοὺς δοξασμένους τόπους

ἔκαμ᾿ ὡραίους τοὺς θεοὺς κ᾿ ἰσόθεους τοὺς ἀνθρώπους.

Σᾶς στόλισε μὲ μιὰ ἠθικὴ πανήμερη ἐμορφάδα.

Κι ἀπὸ τὰ χρόνια τὰ παλιὰ κι ς τς δικές μας μέρες,


ἡ δόξα αἰώνια ζεῖ,

ὦ βασιλεῖς, ὦ ἤρωες καὶ δίκαιοι καὶ πατέρες

καὶ μάρτυρες μαζί !

Ὤ βασιλεῖς ! τὸ δέντρο σας στὸ χῶμα τῆς Ἑλλάδος

φορτοῦνες τχουν ἄπονα σκορπίσει καὶ ξεράνει.

Ἀλλὰ στὰ ἴδια χώματα ἕνας καινούργιος κλάδος,

ἄπλερος, παίρνει ἀγαλινά, φουντώνει καὶ μᾶς φτάνει.


Καὶ σήμερα, Γεώργιε, τ᾿ ἀρχοντικὸ ὄνομά Σου

μ᾿ ἀγάπη κάθε στόμα ξεφωνίζει,

καὶ κάθ᾿ ἑλληνικὴ ψυχὴ ξεχύνεται μπροστά Σου

καὶ Σὲ πολυχρονίζει.


Γιὰ Σένα σήμερα οἱ καρδιὲς χτυποῦν, τὰ μάτια κλαῖνε,

τῶν Πανελλήνων βασιλιά, τῆς Ρωμιοσύνης ρήγα,

καὶ μύριους στοχασμοὺς γεννοῦν, καὶ χίλια δυὸ μᾶς λένε

τὰ εἰκοσιπέντε χρόνια Σου καὶ πάλι αὐτὰ εἶναι λίγα.

Εἰκοσιπέντε χρόνια ! ἕνα-ἕνα

γλυκὲς ἐνθύμισες σκορπᾶν γιὰ Σένα !

Σὲ δείχνουν πρῶτ᾿ ἀγένειο παλληκάρι,

ναυτάκι νιόφερτο μὲς τοῦ Κανάρη

τὴ θαλασσένια ἀνίκητη πατρίδα,

δόξης πανάρχαιας καινούργια ἐλπίδα,

κι ὕστερα νιὸ λεβέντη, ταίρι-ταίρι

μὲ τῆς γυναίκειας ἀρετῆς τ᾿ Ἀστέρι.

Κι ὕστερα, μιὰ παμπόθητην ἡμέρα,

τοῦ Κωνσταντίνου μας τρανὸ πατέρα,

κι ὕστερα μὲ παιδιά, ξανθὰ ἀγγελούδια,

ποὺ μὲ βαγιόκλαρα καὶ μὲ λουλούδια,

σιμώνοντας τὸν ὑψηλό Σου θρόνο

τὰ χαιρετούσαμε ὅλοι μὲ πόνο.

Κι ὅταν χαρὰ μᾶς κράταε, κι ὅταν λύπη,

κι ὅταν ἐλπίζαμε μὲ καρδιοχτύπι

τὰ μάτια μας ὑψώναμε σ᾿ Ἐσένα.

Δὲν ξεχωρίζουνε, πάντα ἦταν ἕνα,

καὶ θχουν μιὰν ἀνατολὴ καὶ δύση

ὁ θρόνος κι ἡ πατρίς ! Νὰ ξεχωρίσει

κανεὶς μας δὲ σοφίστηκ᾿ ἐδῶ κάτου

ἀπ᾿ τὸ τριαντάφυλλο τὴν εὐωδιά του.


Δόξα σ᾿ Ἐσέ ! Πεντάμορφη τὴ φωτερή Σου εἰκόνα

τὴν πλάθ᾿ ἡ φαντασία μου ! Σὲ βλέπω, κι ἡ κορώνα,

ποὺ τέτοια μέρα ἀστραφτερὴ τὸ μέτωπό Σου ζώνει,

δὲν ξέρω πὼς μοῦ πάει τοὺς στοχασμοὺς

στὸ δέντρο τὸ προφητικό, στὴν παλαιὰ Δωδώνη,

ποὺ ἐτάραζε τὰ φύλλα του κι ἐσκόρπιζε χρησμούς...

Εἰκοσιπέντε διάβηκαν καὶ θὰ διαβοῦν ἀκόμα

χρόνια, γενιές, αἰῶνες.

Θὰ τὸ χαροῦν καλοκαιριὲς τὸ μαῦρο ἐτοῦτο χῶμα,

καὶ θὰ τὸ δείρουνε χειμῶνες.

Κι ἡ Ἀθηνᾶ θὰ λυπηθεῖ τὸν ἀκριβὸ λαό της.

Καὶ θὰ φωτίσει κάθε νοῦ, κάθε καρδιὰ θ᾿ ἀνάψει,

καὶ πάλι, τρόμος τῶν ἐχθρῶν, στὸ βράχο τὸν ἱερό της

τὸ κράνος της θ᾿ ἀστράψει !

Καὶ νά ! ἕνας-ἕνας ἔρχονται κι ἄγνωστοι γυρίζουν

οἱ ἄρχοντες κι οἱ βασιλεῖς τοῦ Ἰλισσοῦ, τοῦ Εὐρῶτα,

καὶ πάλι στὴ μεγάλη μας πατρίδα λαμπυρίζουν

τὰ μεγαλεῖα τὰ πρῶτα.

Καὶ νά ! ἕνας-ἔνας πὤρχεται ἐγράφτηκ᾿ ἀπ᾿ τὴ Μοῖρα

νὰ τρέχει μὲς στὲς φλέβες του ἀπ᾿ τὸ δικό Σου αἷμα,


καὶ τὴ δική Σου νὰ φορεῖ ἀμόλυντη πορφύρα

καὶ τὸ δικό Σου στέμμα.

Κι Ἐσὺ τὸ σπόρο ἐγράφτηκε νὰ σπείρεις ποὺ τὴ γῆ

τὴ χέρσα κῆπο πλούσιο θὰ κάμει πέρα ὣς πέρα.

Ἐσ᾿ εἶσαι ἡ ροδοδάχτυλη τοῦ Γένους μας Αὐγὴ

ποὺ μᾶς μηνᾶς πὼς ἔρχετ᾿ ἡ Ἡμέρα !


ΚΩΣΤΗΣ ΠΑΛΑΜΑΣ

Ὀκτώβριος 1888


Ὁ Βασιλιὰς Γεώργιος ὁ Α΄ γεννήθηκε τὸ 1845 στὴ Δανία καὶ δολοφονήθηκε στὴ Θεσσαλονίκη τὸ 1913, πάνω στὸ ἀπόγειο τῆς δόξας του.   


Σάββατο 9 Φεβρουαρίου 2019

Ο ΣΕΙΣΜΟΣ ΤΟΥ 1888 ΣΤΟ ΑΙΓΙΟ

Τὸ Αἴγιο γύρω στὸ 1880 ζοῦσε ἐποχὴ εὐημερίας καὶ προόδου. Ἡ καλλιέργεια τῆς σταφίδας γινόταν ἐπικερδὴς καὶ οἱ ζημιὲς ἀπὸ τὰ χρέη τῶν προηγούμενων ἐτῶν εἶχαν πλέον ἀποσβεσθεῖ. Ὁ πλοῦτος ἀπὸ τὴν αὐξανόμενη γεωργικὴ καὶ ἐμπορικὴ κίνηση ἐπούλωσε τὶς πληγὲς τοῦ σεισμοῦ τοῦ 1861. Κομψὲς νεοκλασσικὲς οἰκοδομὲς ἄρχισαν νὰ ἀνεγείρονται. Ἡ πόλη σιγὰ-σιγὰ ἐξευρωπαϊζόταν καὶ γινόταν μία ἀπὸ τὶς ὡραιότερες μικρὲς πόλεις τῆς χώρας. Τελευταῖα εἶχε ἀποκτήσει καὶ σιδηρόδρομο. Οἱ φιλόπονοι κάτοικοι ἀτένιζαν τὸ μέλλον τους μὲ αἰσιοδοξία. Τὸν Αὔγουστο ὅμως τοῦ 1888 μία ἀπρόσμενη φυσικὴ καταστροφή, χειρότερη ἀπὸ αὐτὴ τοῦ 1861, ἦρθε νὰ τοὺς δοκιμάσει.
Στὸ παρακάτω κείμενο ἀπὸ τὴν ἐφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ περιγράφεται ἡ κατάσταση ποὺ δημιουργήθηκε στὴν πόλη μετὰ ἀπὸ τοὺς μεγάλους σεισμοὺς τῆς 28ης Αὐγούστου 1888.

Η ΕΝ ΑΙΓΙῼ ΚΑΤΑΣΤΡΟΦΗ

Ἐπιθυμοῦντες νὰ γίνωμεν αὐτόπται τῶν καταστροφῶν, ἃς ὁ προχθεσινὸς σεισμὸς ἐπήνεγκεν εἰς τὴν πόλιν τοῦ Αἰγίου, ἵνα ὧμεν εἰς θέσιν νὰ μεταδώσωμεν τοῖς ἀναγνῶστες ἡμῶν πληροφορίας ἀκριβεῖς, ἀνεχωρήσαμεν χθὲς διὰ τῆς πρωϊνῆς ἁμαξοστοιχίας τῆς 6ης ὥρας, καὶ ἀφικόμεθα εἰς Αἴγιον ὀλίγον μετὰ τὴν μεσημβρίαν.
Οὐδὲν ἐκ τῶν χωρίων, ἅτινα καθ᾿ ὁδὸν συνηντήσαμεν ἐνέφαινε τὸ ἐλάχιστον ἴχνος καταστροφῆς· μόνον δέ, ὅτε προσηγγίσαμεν εἰς τὸ Αἴγιον, διεκρίναμεν μακρόθεν τὰς καταρρεύσαντας στέγας καὶ τὰ διερρωγότα τείχη τῶν οἰκῶν, τεκμήρια τρανὰ τοῦ μεγέθους τῆς καταστροφῆς, ἣν ὁ σεισμὸς ἐπήνεγκεν εἰς τὴν πόλιν ταύτην.
Καὶ τῷ ὄντι· ἤρκει νὰ διέλθῃ τις ἁπλῶς τὰς ὁδοὺς τῆς πόλεως, ὅπως λάβῃ ἰδέαν τοῦ κακοῦ. Εἶνε ἀληθές, ὅτι οἰκίας καταρρευσάσας μέχρι θεμελίων δὲν ἔβλεπέ τις· ἀλλὰ διέκρινε προφανέστατα, ὅτι οὐδεμία σχεδὸν οἰκία εἶχε μείνει ἀβλαβής. Ἄλλης κατέρρευσεν ἡ στέγη, ἄλλης διερράγησαν τὰ τείχη, ἄλλης ἐκρημνίσθησαν τὰ ἐσωτερικὰ διαχωρίσματα, ἄλλης ἐκλονίσθησαν τὰ θεμέλια, καὶ ἐν γένει πασῶν κατέπεσον τὰ κονιάματα. Ἐὰν δὲ οἰκίαι τινὲς ὑπέστησαν ἐλάσσονα σχετικῶς βλάβην, αὗται εὑρίσκονται εἰς τὴν συνοικίαν Γαλαξιδιώτικα2, ἥτις διὰ λόγους ἀνεξηγήτους, φαίνεται ὅτι ὑπέφερε σχετικῶς ὀλιγότερον τῆς λοιπῆς πόλεως.
Πάντα τὰ καταστήματα τῆς ἀγορᾶς, ἀνεξαιρέτως, διετέλουν κατάκλειστα, εἰς τρόπον ὥστε, θὰ ἐνόμιζέ τις ὅτι εἶνε ἡμέρα ἑορτάσιμος, ἐὰν δὲν ἔβλεπε τὴν πρὸ τῶν ὀφθαλμῶν του καταστροφήν. Ἐν ὅλῃ τῇ ἀγορᾷ, τὸ μόνον ἀνοικτὸν κατάστημα ἦτο ἓν φαρμακεῖον, ὅπερ εἶχεν ὑποστῇ σχετικῶς ὀλιγωτέραν βλάβην.
Ἐννοεῖται, ὅτι πᾶσαι αἱ οἰκογένειαι κατέλιπον τὰς οἰκείας των, οἵτινες ἀντὶ νὰ τὰς προσφέρωσιν ἄσυλον, τὰς ἠπείλουν διὰ θανάτου, καὶ κατεσκήνωσαν, ὅπου καὶ ὅπως ἑκάστη ἠδυνήθη· εἰς τὰς αὐλάς, εἰς τοὺς κήπους, εἰς τὰς πλατείας εἰς τὴν θέσιν τὴν καλουμένην «Ὑψηλὰ ἁλώνια», ἐντὸς περιβολίων κ.τ.λ. Ὁ βλέπων τοὺς Αἰγιεῖς οὕτως ἐσκηνωμένους ἐν ὑπαίθρῳ, ὑπὸ προχείρως κατασκευασθέντα παραπήγματα καὶ ὑπὸ αὐτοσχεδίους σκηνάς, θὰ ἐνόμιζεν, ὅτι παρίσταται εἰς παρῳδίαν τινὰ τῆς ἑορτῆς τῆς σκηνοπηγίας τῶν Ἰσραηλιτῶν, καθ᾿ ἣν, ἐγκαταλείποντες τὰς οἰκίας των, κατοικοῦσιν ἐπὶ 8 ἡμέρας ἐντὸς παραπηγμάτων ἐγειρομένων εἰς τὰς αὐλὰς καὶ τοὺς κήπους των. Μὲ τὴν διαφορὰν ὅμως, ὅτι οἱ Αἰγιεῖς, δὲν ἑορτάζουσιν ἀλλὰ θρηνοῦσιν, φεῦ, τὰς καταστραφείσας οἰκίας των.
Ἄξιον σημειώσεως εἶνε, ὅτι αἱ νεόδμητοι λίθιναι οἰκίαι ὑπέστησαν τὴν μείζονα καταστροφήν. Ἡ οἰκία τοῦ κ. Φαραζουλῆ3, πρῴην Δημάρχου, ἥτις μόλις πρὸς ὁλίγων μηνῶν εἶχε κτισθῇ, στοιχίσασα 80.000 δραχμάς, κατεστράφη ἐντελῶς, ὡς ἐπίσης καὶ ἡ οἰκία τοῦ κ. Γκόφα4, καὶ ἄλλαι τινές, ἐπίσης νεόδμητοι καὶ λίθιναι· οἱ δὲ ὀλίγαι οἰκίαι, οἵτινες ἀντέσχον, ἦσαν κατεσκευασμέναι ἐξ ὀπτῶν πλίνθων5. Εἶνε ἤδη ἀποδεδειγμένον, ὅτι διὰ τοὺς τόπους τοὺς ὑποκειμένους εἰς τὰς καταστροφὰς τῶν σεισμῶν αἱ ἐξ ὀπτῶν πλίνθων οἰκοδομαὶ εἶνε αἱ καταλληλότεραι, καθότι, ἡ συναρμογὴ αὐτῶν καὶ ἡ σύνδεσις τυγχάνει ἐντελεστέρα.
Σημειωτέον ἐπίσης, ὅτι ἐκ τῶν ἓξ ἐκκλησιῶν τοῦ Αἰγίου, ἐβλήθησαν κατὰ τὸ μᾶλλον ἢ ἧττον σοβαρῶς αἱ πέντε, ἔμεινε δὲ ἀβλαβὴς ἡ μία6.
Αἱ δονήσεις τοῦ σεισμοῦ ἐξηκολούθησαν καθ᾿ ὅλην τὴν προχθεσινὴν νύκτα καὶ τὴν πρωΐαν τῆς χθές· οὕτω δέ, ἐκτὸς τῶν δύο δονήσεων τῆς 5ης ὥρας μ.μ. τῆς Κυριακῆς, οἵτινες ἐπήνεγκον τὴν καταστροφήν, ἔλαβον χώραν καὶ ἕτεραι εἴκοσι δονήσεις, ἡ σπουδαιοτέρα τῶν ὁποίων ἦτο ἡ συμβᾶσα τὴν χαραυγὴν τῆς χθές.
Ὁ προχθεσινὸς σεισμὸς ὑπῆρξεν ἰσχυρότερος τοῦ συμβάντος ἐν ἔτει 18617, ὁμολογεῖται δὲ παρὰ πάντων τῶν Αἰγιέων. Ὁ πρὸ εἰκοσιεπτὰ ἐτῶν γενόμενος, ἔσχε δονήσεις κυματοειδεῖς καὶ διήρκεσεν ἐπὶ πλείονα χρόνον, ὁ προχθεσινὸς ὅμως σεισμὸς ὑπῆρξεν τοπικὸς ἐν Αἰγίῳ, αἱ δονήσεις δὲ αὐτοῦ δὲν ἦσαν κυματοειδεῖς, ἀλλὰ προήρχοντο ἐκ τῶν κάτω πρὸς τὰ ἄνω, τινακταί, οὕτως εἰπεῖν. Ἑκάστης δὲ δονήσεως, προηγεῖτο κρότος ἰσχυρός, ὅμοιος πρὸς ἐκπυρσοκρότησιν τηλεβόλου. Τὰ ὅρια τοῦ σεισμοῦ ἐκτείνονται ἀπὸ τῆς Τεμένης μέχρι τοῦ Βουραϊκοῦ ποταμοῦ, ἡ δὲ διεύθυνσις τῶν δονήσεων ὑπῆρξεν περιστροφική.
Τὰ θύματα τῆς καταστροφῆς εἶνε, ἡ ὑπηρέτρια τῆς οἰκογενείας Γκόφα, ἥτις ἐφονεύθη, καὶ 15 τραυματισθέντες, ὧν ὁ εἰς λέγεται ἐπικινδύνως.
Εὐνόητον τυγχάνει, ὅτι ἐὰν ὁ σεισμὸς ἐπήρχετο ἐν ὥρᾳ νυκτερινῇ, θὰ ἐθρηνοῦμεν σήμερον πολὺ περισσότερα θύματα.
Ἄξιον σημειώσεως εἶνε, ὅτι καὶ ἐν ἔτει 1861 τὸ θῦμα τοῦ σεισμοῦ ὑπῆρξε μία ὑπηρέτρια, ὅπως καὶ προχθές. Αἱ ἀτυχεῖς ὑπηρέτριαι ὑπόκεινται περισσότερον εἰς τὸν κίνδυνον, διότι αὐταὶ σχεδὸν οὐδέποτε ἐξέρχονται τῆς οἰκίας.
Αἱ περιστάσεις ὑφ᾿ ἃς ἐφονεύθη ἡ ὑπηρέτρια τοῦ Γκόφα, εἶναι ἀρκοῦντος δραματικαί. Ἡ δύστηνος ἦτο κόρη μόλις δεκαὲξ ἐτῶν· περὶ ὥραν 5ην μ.μ. τῆς Κυριακῆς καίτοι ἦτο ἡμέρα ἀργίας αὕτη ἦτο ἀπησχολημένη εἰς πλύσιν ἀσπρορρούχων τινῶν ἐν τῷ πλυσταρείῳ τῆς οἰκίας τῶν κυρίων της, οἵτινες εἶχον ἐξέλθει. Ἅμα ὡς ᾐσθάνθη τὴν πρώτην δόνησιν ἔσπευσε πρὸς τὴν ἐξώθυραν ὅπως ἐξέλθῃ εἰς τὸ ὕπαιθρον, ἀλλὰ μόλις ἡ ἀτυχὴς διεσκέλιζε τὸ κατώφλιον, μόλις ἔθετε τὸν πόδα της ἔξω, ἡ οἰκία κρημνισθεῖσα ἐπ᾿ αὐτῆς τὴν ἔθαψε ὑπὸ τὰ ἐρείπιά της· αἱ γοεραὶ φωναί της δὲν ἠδύναντο νὰ εὕρωσι τότε ἠχῶ, καθότι τὴν στιγμὴν ἐκείνην ὁ καθεὶς προσεπάθει νὰ σώσῃ ἑαυτόν· ἔμεινεν λοιπὸν εἰς τὴν ἰδίαν θέσιν, καὶ μετ᾿ ὀλίγα λεπτὰ ἡ δευτέρα δόνησις, καταρρίψασα ἐπ᾿ αὐτῆς λίθους καὶ δοκούς, τὴν συνέτριψεν ἐλεεινῶς. Ἀλλ᾿ ἆρα γε, ἐὰν ἦτο ἁβρά τις δεσποινὶς ἐκ τῶν εὐτυχῶν τοῦ κόσμου τούτου ἀντὶ νὰ εἶνε πτωχὴ ὑπηρέτρια, δὲν θὰ ἐξεφύτρωνον ὡς διὰ μαγείας, πλείονες τοῦ ἑνὸς ἱπποτικοὶ ἄνδρες ἕτοιμοι νὰ τὴν σώσωσιν ἐπὶ κινδύνῳ τῆς ἰδίας των ζωῆς ;... Τίς οἶδε8;
Ἐκ τῶν πέριξ χωρίων, λέγεται, ὅτι μείζονα καταστροφὴν ἔπαθον τὰ Μουρλά9· εἰς δὲ τὰ Σελιανίτικα, χωρίον ἀπέχον τοῦ Αἰγίου 12 περίπου χιλιόμετρα, διεδίδετο ὅτι ἀνέβλυσεν ἰαματικὴ πηγὴ10 εἰς θέσιν ἔνθα δὲν ὑπῆρχεν πρότερον τοιαύτη.
Διὰ τῆς αὐτῆς ἀμαξοστοιχίας, ἧς ἐπεβαίνομεν ἡμεῖς, μετέβαινεν εἰς Αἴγιον καὶ ὁ λοχαγὸς τοῦ μηχανικοῦ κ. Μίκαρος ἐπὶ κεφαλῆς μιᾶς διμοιρίας σκαπανέων, φερόντων μεθ᾿ ἑαυτῶν καὶ 180 σκηνάς. Ὁ κ. Μίκαρος ἅμα ἀφικόμενος εἰς Αἴγιον, περιῆλθε ὅλην τὴν πόλιν, καὶ ἤρξατο ἀμέσως τῆς διανομῆς τῶν σκηνῶν εἰς τοὺς ἔχοντας μεγαλειτέραν αὐτῶν ἀνάγκην. Οἱ κάτοικοι πρὸ πάντων χρειάζονται σκηνάς, καθὼς καὶ ξυλικὴν διὰ πρόχειρα παραπήγματα, ὅπως οἰκονομηθῶσι πρὸς ὥραν, μέχρις ὅτου ἐπισκευάσωσιν ἢ ἀνοικοδομήσωσι τοὺς καταστραφέντας οἴκους των. Ἀλλὰ περὶ τῶν ἀναγκαιούντων, οὐδεμία ἀμφιβολία, ὅτι ἡ κυβέρνησις11 θέλει λάβει ὅσον τάχιστα τὴν διοῦσαν πρόνοιαν. Τοιαύτην, ἐν ἄκρᾳ συντομίᾳ ἡ ἐν Αἰγίῳ κατάστασις ὡς ἠδυνήθημεν ν᾿ ἀντιληφθῶμεν αὐτὴν κατὰ τὴν ὀλιγόωρον ἐκεῖ διαμονήν μας. Φρονοῦμεν, ὅτι ἡ κυβέρνησις ὀφείλει ν᾿ ἀναζητήσῃ καὶ ἐξεύρῃ μέσον, δι᾿ οὗ ἐν τῷ μέλλοντι νὰ προλαμβάνωνται αἱ τοιαῦται ἐκ τοῦ σεισμοῦ καταστροφαί. Τὸ δὲ μέσον καθ᾿ ἡμᾶς, εἶνε ἁπλούστατον : Ν᾿ ἀνατεθῇ εἰς ἐπιστήμονας μηχανικοὺς νὰ ὁρίσωσιν ἐπακριβῶς τὸν τρόπον καθ᾿ ὃν δέον νὰ κτίζωσι, καὶ τὴν οἰκοδομήσιμον ὕλην ἧς τινος δέον νὰ ποιῶνται χρῆσιν, πάντες οἱ οἰκοδομοῦντες οἴκους ἐν πόλεσιν ἢ κώμαις ὑποκειμέναις εἰς σεισμούς. Τούτου δὲ γενομένου, νὰ ὑποχρεωθῶσι διὰ νόμου, καὶ ἐπὶ αὐστηραῖς ποιναῖς, νὰ συμμορφῶνται πρὸς τοὺς ὅρους τούτους πάντες οἱ ἐν τῷ μέλλοντι οἰκοδομοῦντες εἰς τὰς ἐν λόγῳ ἐπαρχίας. Φρονοῦμεν, ὅτι ἡ ἐφαρμογὴ τοιούτου τινὸς μέτρου, ἐπ᾿ ἀγαθῷ τοῦ τόπου, οὐδεμίαν θὰ παρουσίαζε δυσκολίαν12.
Ἄποψη τοῦ Αἰγίου (1876) ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ περιηγητῆ Ludwig Salvator «Eine Spazierfahrt im Golfe von Korinth»

    Σύμφωνα μὲ τὸν τότε σεισμολόγο W. G. Foster : «Ὁ ἰσχυρὸς σεισμὸς ἔσχεν τὸ κέντρον του πρὸς δεξιὰν τοῦ Αἰγίου [καὶ] ὀφείλεται εἰς δὲ τὴν καθίζησιν τοῦ πυθμένος τῆς θαλάσσης, ἐξ ἧς καὶ ἐθραύσθη τὸ καλώδιόν μας. Τοῦτο ἐπιβεβαιοῖ πληρέστατα τὴν ἀκρίβειαν τῆς περὶ σεισμῶν θεωρίας μου καὶ τὴν πρόρρησίν μου ὅτι ὁ γενόμενος σεισμὸς θὰ ἐγένετο ἐν τῷ κόλπῳ τῆς Κορίνθου»...13
Γιὰ τὴν ἀνακούφιση τῶν σεισμοπλήκτων φαίνεται ὅτι ὑπῆρξε ἄμεση καὶ ἔγκαιρη δραστηριοποίηση καὶ ἐκ μέρους τῆς τότε Κυβερνήσεως καὶ τοῦ τότε Δήμου Αἰγιέων, ἀλλὰ καὶ πλουσίων ἰδιωτῶν. Ἀπὸ τὴν Τεργέστη ἔφτασε ξυλεία γιὰ νὰ καλύψει τὶς ἀνάγκες τῆς προσωρινῆς στέγασης. Τὸ δημοτικὸ συμβούλιο14 ψήφισε πίστωση 10.000 δραχμῶν γιὰ τὴν στέγαση τῶν ἀπόρων οἰκογενειῶν. Σύμφωνα μὲ τοὺς ἐλέγχους τῶν ἐνοριῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν μηχανικῶν ὁ ἀριθμὸς τῶν ἀπόρων οἰκογενειῶν στὴν πόλη καὶ στὰ γύρω χωριά, ποὺ πραγματικὰ εἶχαν ὑποστεῖ ζημιά, ὑπερέβαινε τὶς 500.
Ἀπὸ τὰ χωριὰ τοῦ Αἰγίου τὴ μεγαλύτερη καταστροφὴ ὑπέστη ἡ Κουλούρα. Τὸ χωριὸ ποὺ βρισκόταν στὴ λεγόμενη σήμερα «Παλαιοκουλούρα» ἰσοπεδώθηκε. Ἔτσι οἱ κάτοικοί του πῆραν τὴν ἀπόφαση νὰ τὸ μεταφέρουν στὴ θέση ὅπου βρίσκεται σήμερα : «Οἱ κάτοικοι τοῦ ἐξ ὁλοκλήρου καταστραφέντος χωρίου Κουλούρα, ἀπεφάσισαν νὰ μετοικήσωσιν εἰς ἕτερόν τι μέρος ἔξωθεν τῆς πόλεως Αἰγίου, ἐπὶ ὡραιοτάτης ἀληθῶς τοποθεσίας. Πρὸς τοῦτο δι᾿ ἀναφορᾶς των πρὸς τὸν κ. Νομάρχην, ζητοῦσιν ἵνα, ἀντὶ πάσης ἄλλης συνδρομῆς, καταβληθ παρά τε τοῦ δημοσίου καὶ δημοτικοῦ ταμείου τὸ ἀντίτιμον τῶν ἀπαιτουμένων πρὸς τὸν συνοικισμὸν τοῦτον γαιῶν».
Ὑπὲρ τῶν σεισμοπαθῶν τοῦ Αἰγίου ὁ τραπεζίτης (καὶ μετέπειτα πρωθυπουργὸς) Στέφανος Σκουλούδης προσέφερε 3.000 δραχμές, ἐνῷ ὁ ἐπίσης τραπεζίτης καὶ εὐεργέτης Ἀνδρέας Συγγρὸς προσέφερε 5.000 δραχμές. Ὁ Ἐρυθρὸς Σταυρὸς μαθαίνουμε ὅτι ἐπρόκειτο νὰ δωρήσει 8.000. Συστάθηκε ἐπίσης ἐπιτροπὴ γιὰ τὴ διενέργεια ἐράνου μὲ πρόεδρο τὸν Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν Προκόπιο Α΄ καὶ γραμματέα τὸν Π. Α. Ράλλη.


Κτήριο κοντὰ στὴ Φανερωμένη (1876) ἀπὸ τὸ βιβλίο τοῦ περιηγητῆ Ludwig Salvator «Eine Spazierfahrt im Golfe von Korinth». 
Ἡ πόλη ὅμως ἔχασε μιὰ μεγάλη εὐκαιρία : νὰ ἀνοικοδομηθεῖ μὲ σωστὴ ρυμοτομία, βάσει τοῦ ὡραίου σχεδίου ποὺ ὑπῆρχε ἀπὸ τὸ 1864. Στὶς ἐφημερίδες γίνεται ἔκκληση πρὸς τὴν κυβέρνηση νὰ ἐφαρμοστεῖ τὸ σχέδιο πόλεως, τὸ ὁποῖο μερίδα ἰδιοκτητῶν παραβίαζε : «Συντόνως ἐφιστῶμεν τὴν προσοχὴν τῆς κυβερνήσεως ἐπὶ τῶν νῦν ἐν τῇ πόλει Αἰγίῳ συμβαινόντων. Εἶνε γνωστὴ ἡ ἀθλιότης τῶν ὁδῶν τῆς πόλεως ἐκείνης· οὐδεμία ρυμοτομία ὑπάρχει, ἀλλὰ στενωπαί, σκολιαὶ καὶ ἀκανόνιστοι. Σήμερον μετὰ τὸ ἀπελθὸν δυστύχημα, ὅτε πρέπει ν᾿ ἀνοικοδομηθοῦν αἱ περισσότεραι τῶν οἰκιῶν, δύναται κάλλιστα νὰ ἐφαρμοσθῇ τὸ σχέδιον πόλεως καὶ νὰ τηρηθῇ ἡ εὐθυγραμμία τῶν ὁδῶν. Καταλληλοτέρα περίστασις εἶνε ἀδύνατον νὰ παρουσιασθῇ, οὐδὲ εὐχόμεθα πλέον νὰ παρουσιασθῇ τοιαύτη. Ἐν τούτοις, καθὰ ἐπιστέλλουσιν ἐκεῖθεν, πολλοὶ ἰδιοκτῆται τῶν ὁποίων αἱ οἰκοδομαί, κατὰ τὸ σχέδιον, τέμνονται ὑπὸ διερχομένης ὁδοῦ, ἤρχισαν νὰ ἐπισκευάζωσιν αὐτὰς ἐκ βάθρων, ὡς ἔχουσιν ἤδη, δηλαδὴ ἐπιπροσθούσης τῆς ὁδοῦ. Κατὰ τῆς παρανομίας ταύτης ἐστάλη παρ᾿ εὐυπολήπτων πολιτῶν τοῦ Αἰγίου τηλεγραφικὴ ἀναφορὰ πρὸς τὸ ὑπουργεῖον. Ἡ δημοτικὴ ἐκεῖ ἀρχή, καίτοι ποθοῦσα νὰ συντελέσῃ εἰς τὴν καλὴν ἀνοικοδόμησιν τῆς πόλεως, ἀδυνατεῖ ἐξ εὐνοήτων λόγων, φιλικῶν καὶ τοπικῶν συμπαθειῶν, νὰ ἐπέμβῃ δραστηρίως. Ἀπαιτοῦνται μέτρα πολὺ δραστικώτερα καὶ διὰ τοῦτο ἐπιβάλλεται εἰς τὸ ὑπουργεῖον τῶν ἐσωτερικῶν νὰ σκεφθῇ, περὶ τῆς καταλλήλου ἐνεργείας15».
Ἡ ἐξουσία ὅμως, τοπικὴ (κυρίως) καὶ κεντρική, ἔκανε τὰ στραβὰ μάτια. Ἡ φωνὴ τῶν λίγων διορατικῶν καὶ προοδευτικῶν δημοτῶν δὲν εἰσακούστηκε. Ἔτσι, ἀπὸ καπρίτσιο τῶν στενοκέφαλων ἰδιοκτητῶν, ἡ πόλη ἀνοικοδομήθηκε λίγο-πολὺ πάνω στὰ ἴδια ἀχνάρια, τὴ στιγμὴ ποὺ θὰ μποροῦσε νὰ ἀποκτήσει ἄλλη ὄψη. 

______________

1 Μέχρι τὴν 14η Αὐγούστου 1888, σύμφωνα μὲ στοιχεῖα ποὺ δημοσιεύτηκαν στὴν ἐφημερίδα ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ (16/8/1888), τὰ φορτία σταφίδας ποὺ ἀπὸ τὸ λιμάνι τοῦ Αἰγίου ἐξάγονταν στὴν Ἀγγλία ἀνέρχονταν σὲ 4.683.397 ἐνετικὲς λίτρες : «Ἀπέπλευσαν τὴν παρελθοῦσαν ἑβδομάδα διὰ Λιβερπούλην τὰ ἀτμόπλοια «Φρουτέρα» καὶ «Ἀθήνια», τὸ μὲν πρῶτον ἀποκομίζον φορτίον σταφιδοκάρπου 1.011.381 λίτρας καὶ 957 κιβώτια, 8083 ἡμικιβώτια καὶ 10.000 τεταρτοκιβώτια, τὸ δεύτερον 1.043.103 λίτρ. εἰς 330 κιβώτια, 10.599 ἡμικιβώτια καὶ 9.117 τεταρτοκιβώτια. Αἱ εἰς ἐκλεκτὰς ποιότητας προσφερθεῖσαι ἐξ ἀρχῆς παρὰ τῶν ἐμπόρων τιμαὶ ἀπὸ 270-300 δραχμῶν κατὰ χιλιάδα [...]».
2 "Γαλαξιδιώτικα" ὀνομαζόταν ἡ συνοικία τοῦ Ἁγίου Ἀνδρέα, ἐπειδὴ οἱ πρῶτοι κάτοικοί της προέρχονταν ἀπὸ τὸ Γαλαξίδι. 
3 Ὁ Ἀθανάσιος Φαραζουλὴς διετέλεσε δήμαρχος Αἰγίου ἀπὸ τὸ 1881 ἕως τὸ 1887. Τὰ σπίτια τῶν Φαραζουλαίων βρίσκονταν ἐπὶ τῶν σημερινῶν ὁδῶν Μητροπόλεως καὶ Κ. Θεοδώρου.
4 Ἡ οἰκια τῆς οἰκογένειας Γκόφα βρισκόταν στὴ σημερινὴ ὁδὸ Μητροπόλεως (βλ. Γ. Παναγόπουλου Αίγιο-Μνημεία Τέχνη).
5 Ὀπτὴ πλίνθος = τοῦβλο
6 Ἀπὸ ἄλλες πηγὲς γνωρίζουμε πὼς στὸν σεισμὸ τοῦ 1888 μόνον ἡ ἐκκλησία τῶν Ταξιαρχῶν ἔμεινε ἀνέπαφη. Ξέρουμε ἐπίσης ὅτι τότε καταστράφηκαν τὰ Εἰσόδια καὶ ἡ Φανερωμένη, ποὺ ξαναχτίστηκαν στὴ δεκαετία τοῦ 1890. Ἀπὸ τὶς παλιὲς ἐκκλησίες διασώθηκαν οἱ εἰκόνες τοῦ τέμπλου (στὴ Φανερωμένη ὅλο τὸ τέμπλο καὶ ὁ δεσποτικὸς θρόνος, στὰ Εἰσόδια ὑπάρχουν οἱ εἰκόνες).
7 Ὁ σεισμὸς ἔγινε τὴν Πέμπτη 26/12/1861. Οἱ ζημιὲς ποὺ προξένησε στὴν πόλη ἦταν περιορισμένης ἔκτασης. Μία μόνον οἰκία κατέρρευσε ὁλοσχερῶς.
8 Τὰ περισσότερα θύματα τῶν σεισμῶν -ἀκόμα καὶ σήμερα- ἀνήκουν στὰ κατώτερα κοινωνικὰ στρώματα.
9 Τὰ Μουρλὰ ἦταν ἡ σημερινὴ Ροδοδάφνη Αἰγίου.
10 Ἦταν ἄραγε ἡ θειοῦχος πηγὴ ποὺ λειτουργοῦσε μέχρι πρὶν ἀπὸ μερικὲς δεκαετίες ;
11 Ἡ Κύβέρνηση τοῦ Χαριλάου Τρικούπη, ποὺ τελικὰ ἀνταποκρίθηκε.
12-13 ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 30/8/1888
14 Δήμαρχος τὴν περίοδο 1887-1891 ἦταν ὁ Κωνσταντῖνος Κανελλόπουλος, πρὸς τιμήν του ὑπάρχει ἡ ὁδός.
15 ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 8/9/1888


Τηλεγραφήματα ἐξ Αἰγίου - ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 30/8/1888

ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 7/9/1888

ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 7/9/1888 

ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 8/9/1888

ΑΚΡΟΠΟΛΙΣ 8/9/1888


Ἔρευνα Μάριος Χριστόπουλος

Παρασκευή 25 Ιανουαρίου 2019

ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ - ποίημα τοῦ Στέφανου Δάφνη

Γιὰ τὸν ἡρωϊκὸ θάνατο τοῦ Παύλου Μελᾶ ἔχουν γραφεῖ ἀρκετὰ ποιήματα ἀπὸ διαφόρους, γνωστοὺς καὶ λιγότερο γνωστοὺς ποιητές. Τὸ παρακάτω ποίημα τοῦ Στέφανου Δάφνη  (πραγματικὸ ὄνομα Θρασύβουλος Ζωιόπουλος) δημοσιεύτηκε στὴν ἐφημερίδα "ΑΘΗΝΑΙ" τοῦ Γεωργίου Πὼπ στὶς 21 Ὀκτωβρίου 1904. 



ΠΑΥΛΟΣ ΜΕΛΑΣ

Τώρα ἂς σὲ πάρουν στὰ φτερὰ τῶν τραγουδιῶν οἱ Μοῦσες !
Τώρα ἂς ἀνέβῃ ἡ δόξα Σου ὣς τ᾿ ἄστρα τοῦ οὐρανοῦ,
ἂς ᾿ποῦνε οἱ Ἅρπες στὶς καρδιὲς τὴ φλόγα ποὺ ἐκρατοῦσες
θρῆνος ἂς γίνῃ ὁ θάνατος στὰ χείλη ἑνὸς Λαοῦ !...

Ρηγόπουλο τοῦ ἀρχαίου καιροῦ μὲ τὸ σπαθὶ στὸ χέρι
ἀτρόμητα ἐσὺ πήγαινες νὰ βρῇς τὰ ἰδανικά,
πάντα ἕναν πύργο σοὔδειχνε τὸ μακρυσμένο ἀστέρι
ποὺ ἁλυσσωμένη ἐστέναζε πεντάμορφη Κυρά...

Μὰ νά ! Στὸ δρόμο σου ἔφτασαν φονιάδες κι ἄγριοι σκύλοι,
καὶ τ᾿ ὄνειρό σου - ἀνάθεμα ! - τὸ σβύσανε, ὦ Ψυχή,
ἕνα μολύβι σοὔκλεισε τὰ μάτια καὶ τὰ χείλη
ποὺ ἐσιγοψιθυρίσανε « - Πατρίδα μου φτωχή...».

Κι ὅταν ἡ νύχτα ἐπλάκωσε καὶ οἱ σύντροφοι θλιμμένοι
στὴ μαύρη γῆ σοῦ ἀνοίξανε τὸν τάφο τὸ βαθύ,
ἦταν ἡ Πλάσι ὁλόγυρα περίτρομα ἀγριεμένη
κι εἶχαν τὰ οὐράνια ἀπάνωθε σὲ δάκρυα ἀναλυθῆ ! ...

Καὶ ἡ γῆ τοῦ Ἀλέξαντρου ἡ πικρὴ ποὺ ἐγέμισε ἀπ᾿ τὸ φῶς σου
ποὺ σὰν μητέρα σοῦ ἄνοιξε τὴ στοργικὴ ἀγκαλιά,
τὰ μέρη ἐκεῖνα ποὺ ἄφησε πεντάρφανα ὁ χαμός σου,
τὰ παλληκάρια, οἱ χείμαρροι καὶ τὰ ψηλὰ βουνὰ

πέρα γιὰ πέρα, ὅλα μαζὶ τὰ ἑλληνικὰ σὲ κλαῖνε,
ὡραῖο κορμί, λεβέντικο, τρισεύγενη καρδιά,
καὶ δάφνης κλώνια σπέρνοντας στὸ μνῆμα πάνω λένε :
« - Γιὰ τὴν Πατρίδα ἐπέθανε καὶ γιὰ τὴ Λευτεριά !...».

Χαῖρε, ὦ Μεγάλε ! Ἀνάστησες τὴν πεθαμένη Ἰδέα,
τοῦ θρύλου Ἐσὺ ἐζωντάνεψες καινούργιος Διγενής,
φύσηξες κάποια ὡραία πνοὴ σὲ μιὰ νεκρὴ Σημαία,
κι ἐπέρασες, ἡ ἀπέραντη Θυσία νὰ γενῇς !...

Χαῖρε, ὦ Μεγάλε ! Στὰ φτερὰ σὲ πῆρε τώρα ἡ Δόξα
γιὰ νὰ σὲ πάῃ στὰ Ἠλύσια, γιὰ νὰ σὲ φέρῃ ἐκεῖ
ποὺ ὑψώνει ὡς τρόπαια ἀστραφτερὰ τὸ Φῶς τὰ μύρια τόξα
γιὰ τὴ Μακεδονία μας τὴν τρισελληνική !

Γιὰ τὴ Μακεδονία μας τὴν πολυσκλαβωμένη,
ποὺ σὲ κρατάει φιλόστροργα, ποὺ θὲ νὰ καρτερῇ
ὁ θάνατός σου Ἀνάστασι νὰ γίνῃ ὀνειρεμένη
κι ἐκδίκησι τὸ αἷμα σου ἕναν καιρὸ νὰ βρῇ !...

           Στέφανος Δάφνης (Θρασύβουλος Ζωϊόπουλος 1882-1947)


Ὁ Παῦλος Μελᾶς μὲ τὸν γιό του Μίκη